ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ !

8 Μαΐου 2016

"Τη λευτεριά μας τούτη δεν την ήβραμε στο δρόμο…"

Τη λευτεριά μας τούτη δεν την ήβραμε στο δρόμο…»
Του Στέλιου Παπαθεμελή*
Μεγάλη και Διακαινίσιμη Εβδομάδα καταφεύγουμε στον αριστουργηματικό λόγο του ασυναγώνιστου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Ξαναδιαβάζουμε τον «Λαμπριάτικο Ψάλτη» του.
Κρίνει δίκαια τις εκτροπές πιστών, ημίπιστων, απίστων λαίκών και εκκλησιαστικών. Καταχεριάζει δε εμφαντικά τους Γραικύλους (Graecouli = Έλληνες που συμπεριφέρονται με δουλοπρέπεια στους ξένους): «Γραικύλος τής σήμερον όστις θέλει να κάμει δημοσία τον άθεον ή τον κοσμοπολίτην [αυτοί περισσεύουν σήμερα] ομοιάζει με νάνον ανορθούμενον επ’ άκρων ονύχων και τανυόμενον να φθάση εις ύψος και φανή και αυτός γίγας» (Άπαντα, Βήμ. 8, σελ. 98).
Σύμπασα η Ευρώπη βιώνει ένα κλίμα κατάρρευσης και παρακμής.
Το ομολόγησε προχθές και ένας από τους διαπρύσιους θιασώτες της, ο Μάριο Μόντι: «κινούμαστε ήδη προς την διάλυσή της»! Από τότε που η Ε.Ε. άκριτα προχώρησε σε κατάργηση εθνικών συνόρων και ταυτοτήτων και υπέκυψε στον πειρασμό της παγκοσμιοποίησης, αυτού του… υψηλού ιδεώδους της διεθνούς τοκογλυφίας το τέλος της είναι προδιαγεγραμμένο.
Μια Ευρώπη που απέτυχε να επαναφέρει τη σταθερότητα και την ανάπτυξη σε μια οικονομία μόλις του 2% , την Ελλάδα, και να την προστατεύσει από την αρπακτικότητα της διεθνούς κλεπτοκρατίας αξίζει να υπάρχει; Προς τι;
Ασυγκάλυπτη ωστόσο η διοικητική ανεπάρκεια και η ένδεια οραμάτων της εγχώριας Αριστεράς. Αποδόμησε και το ηθικό πλεονέκτημα της αφετηρίας της.
«Άρχε» (=κυβέρνα) συμβούλευε ο Σόλων. Αλλά «πρώτον μαθών άρχεσθαι» (=αφού πρώτα μάθεις να είσαι αρχόμενος). «Άρχεσθαι γαρ μαθών άρχειν επιστήσει» (=γιατί αφού μάθεις να άρχεσαι, τότε θα είσαι σε θέση να άρχεις). Δοκιμασμένες αλήθειες που γκρεμοτσακίζουν όσους τις καταπατούν.
Αποκαλυπτικότατη η Handelsblatt (4/5/16) προβάλλει την έρευνα της Ευρωπαϊκής Σχολής Μανατζμέντ και Τεχνολογίας του Βερολίνου. Καταπελτώδη τα ευρήματά της: από τα 220 δισ. ευρώ των δανείων μας μόνο το 5% (9,7 δισ.) κατέληξε στον ελληνικό προϋπολογισμό. Το 95% διατέθηκε για τη σωτηρία των ευρωτραπεζών ως εξής: 86,9 δισ. για παλαιά χρέη 52,3 δισ. για τόκους και 37,3 δισ. για ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών.
Για το 2018 θα χρειασθούμε 12 δισ. ευρώ, 6 για να μηδενίσουμε το πρωτογενές έλλειμμα και άλλα τόσα για να πετύχουμε το ποθητό πρωτογενές πλεόνασμα = 3,5% του ΑΕΠ.
Αυτό σημαίνει άλλα μέτρα, (=νέα μνημόνια) και ασφαλώς περαιτέρω ύφεση και λόγω νέας υπερφορολόγησης κάθετη μείωση φορολογικών εσόδων.
Πρόκειται για φαυλεπίφαυλο σχέδιο αφανισμού της Ελλάδος αφού οδηγεί αναπόφευκτα και σε εθνικοαμυντική αποδυνάμωσή μας. Το ΝΑΤΟ είναι για μας βαρίδιο. Ωμή η πρόσφατη δήλωση Στόλτενμπεργκ: «Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ευαίσθητα ζητήματα στο Αιγαίο Πέλαγος. Γι’ αυτόν τον λόγο είχαμε δηλώσει με μεγάλη προσοχή όταν αποφασίσαμε να συμμετάσχουμε, ότι το ΝΑΤΟ θα έχει ευαισθησία σε οποιαδήποτε εθνική θέση, απόφαση που αποτελεί και τη βάση της δράσης μας εξαρχής» (Καθημερινή, 24/4/16). Τόση «ευαισθησία» ώστε η νατοϊκή αρμάδα να παρακολουθεί ακίνητη τις πρωτοφανείς τουρκικές προκλήσεις εναντίον μας.
Η Τουρκία είναι ο κύριος εχθρός μας. Οι ηγεσίες μας όμως αρνούνται επιμόνως να το συνειδητοποιήσουν. Το ΝΑΤΟ θα μας στηρίξει, αν μια στο τρισεκατομμύριο μας επιτεθεί η… Ρωσία!!! Για Ελλάδα – Κύπρο «νίπτει τας χείρας του». Η Άγκυρα κατατρύχεται από όγκο προβλημάτων, αλλά ο επεκτατισμός της είναι στο DNA της και τον λειτουργεί στην διαπασών. Αμερικανοί και ιδίως Ρώσοι δείχνουν να το κατάλαβαν. Αντιθέτως η Ευρώπη εξακολουθεί να κάνει striptease ενδίδοντας στις απαιτήσεις του σουλτάνου.
Ο ΥπΕξ κ. Κοτζιάς απαριθμεί τα τουρκικά προβλήματα (Συνέντευξη στον Π. Σαββίδη, Ανιχνεύσειςhttp://www.anixneuseis.gr) αλλά η αυτοκαθησυχαστική διαπίστωσή του ότι ο Ερντογάν δεν έχει δείξει διάθεση για θερμά επεισόδια, αλλά μόνον για αμφισβητήσεις, δεν επιβεβαιώνει την εθνική μας αποφασιστικότητα. Οι αμφισβητήσεις του Τούρκου δεν είναι λεκτικές, αλλά πεισματικά εμπράγματες. Μην αυταπατώμεθα.
Κείμενο ρωμαλέο με στιβαρές θέσεις, η Διακήρυξη των «10» (Κασιμάτης, Φίλιας, Νεάρχου, Αξελός, Ήφαιστος, Μάζης, Ευρυβιάδης, Αλευρομάγειρος, Βάσσης, Στοφορόπουλος) για την Κύπρο μας.
Καταγγέλλει την σκόπιμη καλλιέργεια αισιοδοξίας για δήθεν λύση, ενώ πρόκειται για παραπλάνηση αναφορικά με το πραγματικό περιεχόμενο του συζητούμενου σχεδίου. Η διζωνική – δικοινοτική ομοσπονδία πάσχει αφετηριακά. Καταλύοντας την δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας υποδουλώνει την πλειοψηφία στη τ/κ μειοψηφία δηλαδή στην Άγκυρα που την ελέγχει πολιτικοστρατιωτικά και δημογραφικά (οι έποικοι είναι υπερδιπλάσιοι των τ/κ).
Το ευρωπαϊκό κεκτημένο δεν θα ισχύει αφού η δυσώνυμη συμφωνία χαρακτηρίζεται «πρωτογενές ευρωδίκαιο».
Όμως το Κυπριακό δεν είναι διακοινοτικό, αλλά πρόβλημα εισβολής, κατοχής και εποικισμού. Λύση υπέρ ε/κ και τ/κ σημαίνει αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και των εποίκων. Η συζητούμενη είναι καταστροφή. Ελλαδίτες και Κύπριοι μην ξεχνούμε ότι:
…«Τη λευτεριά μας τούτη
δεν την ήβραμε στο δρόμο
και δε θα μπούμεν εύκολα
στου αυγού το τσόφλι,
γιατί δεν είμαστε κλωσόπουλα
σ’ αυτό να ξαναμπούμε πίσω
μα εγίναμε πουλιά, και τώρα πια
στο τσόφλι μέσα δε χωρούμε»!
 (Μακρυγιάννης)
*Πρόεδρος Δημοκρατικής Αναγέννησης

2 Μαΐου 2016

Η ΠΑΣΧΑΛΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ ! Χρήστου Χρηστοβασίλη !

Ο Χρήστος Χρηστοβασίλης (1861-1937) υπήρξε συγγραφέας και δημοσιογράφος, εκπρόσωπος της ηρωικής και βουκολικής λογοτεχνίας και σημαντική μορφή της λογοτεχνίας της Ηπείρου κατά τα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα
.
Ετελείωνε η εκκλησιά. Ο παπάς στεκότανε μπροστά στην Ωραία Πύλη  κι αντί  Δι΄ευχών και των αγίων πατέρων ημών …… έλεγε Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω….
Όλο το χωριό σταυροκοπιόταν , και διπλή χαρά ζωγραφίζονταν στο πρόσωπό του. Τέτοια χαρούμενη Λαμπρή δε θυμόνταν κανείς να έχει ιδεί εκεί- πέρα.Τελειώνοντας ο παπάς το τελευταίο του Χριστός ανέστη είπε:
-Χριστός ανέστη , χωριανοί! Και του χρόνου να είμεστε καλά. Κι ο Μεγαλοδύναμος να μας φέρει καλά τ΄αδέρφια μας που πολεμούνε στο γεφύρι της Πλάκας, στο Λούρο , στην Πρέβεζα και στα Πέντε Πηγάδια….
Την τελευταία του φράση την επρόφερε με δάκρυα ,κι όλο το χωριό , άντρες και γυναίκες , έκλαψαν  μέσα στην εκκλησία, αλλά έκλαψαν από χαρά κι από αναγαλλιασμό , και φιλιόνταν γκαρδιακά ο ένας με τον άλλον για την Ανάσταση του Χριστού και για την ανάσταση , που νόμιζαν , της σκλαβωμένης Πατρίδας.
Ο παπάς ξαναμπήκε στο Ιερό για να αποτελειώσει τη λειτουργία, και το χωριό άρχισε να βγαίνει από την εκκλησιά  φαμίλιες -φαμίλιες .Πρώτα έβγαιναν οι μεγαλύτερες οι φαμίλιες κι ύστερα οι μικρότερες ,κι από τις φαμίλιες πάλι πρώτοι έβγαιναν οι γέροντοι με τις γριές , και παραπίσω οι νιοι και οι νιες και τα παιδιά.
Πρώτος -πρώτος βγήκε ο προεστός του χωριού , ο γερο-Λιόλιος , γέρος μ΄εβδομηνταπέντε χρόνια και πλιότερο στη ράχη του και με κάτασπρα μαλλιά και με κάτασπρα μακριά μουστάκια , κρατώντας με το ζερβί του χέρι την άσπρη του λαμπάδα κι ακουμπώντας με το άλλο σε μιά ροζιάρικη και χοντρή πατερίτσα.
Αποπίσω ερχόνταν δύο παιδιά του , απάνω από σαράντα ή σαρανταπέντε χρόνων το καθένα , δυό παντρεμένα αγγόνια, εφτά νυφάδες από παιδιά και δυό αγγονονύφες , και καμιά εικοσαριά αγγόνια από είκοσι χρόνων και κάτω.Απ΄ τα επίλοιπα πέντε παιδιά του γερο-προεστού , που δεν ήτανε στην εκκλησιά , δυό ήταν πεθαμένα και τρία ξενιτεμένα , κι από τα τρία πάλι το ένα ήταν εθελοντής στον ελληνικό στρατό.
Τραβούσε μπροστά ο γερο-προεστός , σαν σερτάρι  κοπαδιού , κι ερχόνταν όλο το χωριό καντά του , με τα κεριά στα χέρια αναμμένα. Ήτανε νύχτα βαθιά ,κι ο αυγερινός δεν είχε ξεπροβάλει ακόμα από την κορυφή των Τζουμέρκων. Αλλά μια φωτεινή αυλακιά , απλωμένη από το κορφοβούνι του Περιστεριού ως απών στα Γιάννινα , έδειχνε πως τ΄αστέρι αυτό , που τ΄ονομάζουν οι πλιότεροι ”λαμπρό”, δεν θ΄αργούσε να βγει.
Ανάμεσα απ΄την εκκλησιά και το χωριό είναι ένα μεγάλο δεντρόφυτο πλάτωμα. Εκεί σταμάτησαν όλοι , κι έκαμαν ένα μεγάλο κύκλο να μιλήσουν για τον πόλεμο.
Ένα ψιλό αγεράκι , που τραβούσε απ΄το χωριό ,έφερνε τη μοσκομυρουδιά των αρνιών που ψήνονταν στις αυλές των σπιτιών.
-Τα μάθαταν;
-Τι καινούργια;
-Αληθινά πως τους τσάκισαν τ΄αδέλφια μας τους Τούρκους;…..
-Όλο και καλά. Νικήθηκαν οι Τούρκοι στης Άρτας το γεφύρι .Τους τσάκισε ο Κίτσιος ο Μπότσαρης.
-Τρεις μέρες και τρεις νύχτες πόλεμο…..
-Καημένο Σούλι , να μην πεθάνεις ποτέ με τα παλικάρια που βγάζεις!….Εσύ στα παλιά χρόνια , εσύ και τώρα!
-Πόσοι αρχηγοί ήτανε στην Άρτα;
-Δυο. Ο Κίτσιος ο Μπότσαρης κι ο Κώστας ο Σιέχος.
Ο Μπότσαρης κλείστηκε στην Άρτα κι ο Σιέχος πέρασε το ποτάμι και πήρε τα πλευρά των Τούρκων.Τότε οι Τούρκοι βάρεσαν μ΄όλα τους τα δυνατά να πάρουν την Άρτα , για να κλείσουν τον Σιέχο μέσα στο τούρκικο , αλλά τους τσάκισε το Μποτσαράκι ,κι έτσι σκόρπισαν ,κι όπου φύγει-φύγει….
Τότε ο δικός μας ο στρατός πέρασε το γεφύρι της Άρτας κι έπιασε τα Λέχοβα , την Κανέτα και τα Πέντε Πηγάδια.
-Σκοτώθηκαν πολλοί Τούρκοι;
-Σαν πόσοι έπεσαν απ΄τους δικούς μας;
-Μετριούνται οι Τούρκοι τρεις φορές και λείπουν τρεις χιλιάδες,
μετριούνται τα Ελληνόπουλα και λείπουν τρεις λεβέντες!
-Σαν τι άνθρωποι να΄ναι ο Κίτσιος ο Μπότσαρης κι ο Κώστας ο Σιέχος;
-Ο ένας μια πιθαμή άνθρωπος ,μικρός μα θιαμαχτός , κι ο άλλος θεριακωμένος :δυο Τούρκους μπορείς να κρεμάσεις από τα μουστάκια του!
-Χαρά στις μάνες που τους έκαμαν!
Ο γέρος -προεστός , που είχε σταθεί κι αφουγκράζονταν τι έλεγαν οι χωριανοί , φώναξε:
-Ωρέ παιδιά! Ποιος σας τις έφερε τις κουβέντες; Μη μιλάτε , μωρέ παιδιά μου , όπως θέλει η καρδιά σας , και σας δοκιμάσει ο Θεός !
-Είναι αλήθεια , μπάρμπα, αυτά που λέμε!Είναι αλήθεια ! Ήταν κάτι Τσιάμηδες στην Άρτα , και με την καταστροφή των Τούρκων πέρασαν κι αυτοί δώθε χωρίς διαβατήρια και τράβηξαν για τα χωριά τους!
-Τους είδες με τα μάτια σου εσύ; τον ερώτησε ο γερο-προεστός με δυσπιστία.
-Τους είδα και μίλησα μαζί τους , και μου τα είπαν όλα!
-Ποια μέρα φύγαν από την Άρτα οι Τσιάμηδες;
-Τη Μεγάλη Παρασκευή .Ήλθαν από τα Λακκοχώρια , πέρασαν από τον Καλαμά ψες το σουρούπωμα και τράβηξαν νύχτα για τα χωριά τους…
-Ωρέ , δεν έχει κανένας από σας άρματα; βροντοφώνησε ο γερο-προεστός πνιγμένος από τη χαρά του . Η Πασκαλιά θέλει αρνιά , ο Αι-Γιώργης κατσίκια , ο γάμος κριάρια , κι η λευτεριά ντουφέκια! Δεν έχει κανένας από σας άρματα για να ρίξουμε και να χαιρετίσουμε τη λευτεριά; Πεντακόσια χρόνια δούλοι, ωρέ παιδιά , και να μην έχουμε σήμερα ένα ντουφέκι να ρίξουμε και να καλωσορίσουμε τη λευτεριά μας;
- Αμ τι ρωτάς ; του απολογήθηκε ένας. Δεν μας τα΄μασαν όλα τ΄άρματα οι Τούρκοι; Ποιανού άφηκαν ντουφέκι ή πιστόλα; ξαναρώτησε.
-Ωρέ , δεν έχει κανένας ένα παλιοντούφεκο , μια παλιοπιστόλα;ξαναρώτησε.
-Αμ τώρα , γέρο -μπάρμπα , του είπε ένας , θα πλακώσουν γκράδες και βελονωτά όσα θέλεις!΄Ορεξη να΄χεις να ντουφεκάς. Ντουφέκια και φισέκια χάρισμα.
-Mωρέ, εγώ το θέλω αυτή τη στιγμή , δεν το θέλω ύστερα! Τι να το κάμω ύστερα; Αχ, ανάθεμά τους τους αντίχριστους που μας τα ΄μασαν όλα τ΄άρματα! Ανάθεμά τους και τρισανάθεμά τους τους αντίχριστους! Έχει , ωρέ , κανένας σας κανένα παλιοντούφεκο για μια φορά , και του το γυρίζω πίσω! Ένα αρνί διαλεχτό δίνω για ένα παλιοντούφεκο  γεμάτο.
-Δίν΄ς τ΄αρνί;
-Μωρ΄έχεις άρματο , γερο- Τόλαινα;
-Μα το ξύλο πόχω φάει απ΄τους αντίχριστους για να μην τους το μαρτυρήσω!
-Ντουφέκι είναι;
-Ναι , ντουφέκι , του μακαρίτ΄!
Και η γριά άρχισε να κλαίει το μακαρίτη της.
-Άφσ΄ τα κλάματα , γριά , και σύρε να μου φέρ΄ς το ντουφέκι στο σπίτ΄ , να σου δώσω τ΄ αρνί….
Όλο το χωριό ήταν τρελό από τη χαρά του. Από τα λόγια , από τα φερσίματα , από το περπάτημα νόμιζε κανείς πως όλος εκείνος ο κόσμος  είχε φάει το ζουρλόχορτο.΄Ως  κι αυτά τα λιανοπάιδια , που δεν μπορούσανε να καταλάβουν καλά-καλά τι θα ειπεί λευτεριά , φώναζαν ψαλμωδικά:
-Έγινε ρωμαίικο! Καλημέρα σας! Έγινε ρωμαίικο! Καλημέρα σας!
-Μωρέ , Πασκαλιά μας την έστειλε ο Μεγαλοδύναμος τη χαρά της λευτεριάς μας , έλεγε ο ένας .
-Τέτοιο καλό δεν μπορούσε να ρθει άλλη μέρα παρά Πασκαλιά , απαντούσε ο άλλος.
-Δυο Πασκαλίες!
-Αλήθεια , δυο Πασκαλιές. Η μιά του Χριστού και η άλλη της σκλαβωμένης Πατρίδας!
-Τι μεγάλη μέρα!
-Δοξασμένος να ΄ναι ο Κύριος!
Με τέτοιες κουβέντες ο κόσμος όλος μπήκε στο χωριό , και κάθε φαμίλια πήγαινε στο σπίτι της.Οι αυλές των σπιτιών φεγγοβολούσαν από τις ψησταριές των αρνιών που στριφογύριζαν απάνω στη θράκα.
Όταν ο γερο-προεστός έφτασε στο σπίτι του , βρήκε στην αυλόθυρα τη γριά με το ντουφέκι στα χέρια να περιμένει.Μόλις την είδε ρίχτηκε απάνω της να της το πάρει.
-Τ΄ αρνί πρώτα ! του φωνάζει η γριά.
-Μωρέ ένα αρνί μονάχα γυρεύεις , κουτή , της λέει ο προεστός .Εγώ τέτοια μέρα σφάζω όλο το κοπάδι και καίω και τα σπίτ΄ μ΄ ακόμα!
Και, σα να προσβάλθηκε από την απάντηση της γριάς , έκραξε ένα αγγόνι του που είχε ανεβεί στο σπίτι:
-Ωρέ Κίτσιο! Κίτσιο ωρέ!
-Όρσε , παππού ! του απολογήθηκε το παιδί , παλικάρι ως δεκατεσσάρων -δεκαπέντε χρόνων.
-Να πεταχτείς ,ωρέ , στη στάνη και να ξεκόψεις δεκαπέντε ως είκοσι αρνιά καλά.Γρήγορα! Ακόμα εδώ είσαι!
Το παιδί λάκισε σαν ελάφι στη στάνη , αλλά ο γερο-προεστός , θέλοντας να δείξει όλη τη χαρά της καρδιάς του , φώναξε το διαλαλητή του χωριού:
-Ωωωωρέ Νάσιο! Νάσιο ωρεεέε!
-Έφτασα , μπάρμπα , απολογήθηκε μια φωνή εκεί- γύρω από τα σπίτια.
-Να βγεις , ωρέ , στη ράχη και να διαλαλήσεις στο χωριό πως όποιος δεν έχει αρνί να ρθει στο σπίτι μου να πάρ΄!…
Η γριά όμως , μ΄όλα αυτά που γινόνταν , κρατούσε το ντουφέκι με τα δυο της χέρια και δεν το ‘δινε πριν της φέρουν πρώτα τ΄αρνιά.
-Δεν το δίνω ακόμα ,έλεγε , θέλω τ΄αρνί πρώτα!
Του Νάσιου η φωνή ξεχύθηκε σ΄όλο το χωριό σαν δυνατός βοριάς, κι όσοι δεν είχαν αρνί έτρεξαν στο σπίτι του προεστού.Έτρεξαν ακόμα κι εκείνοι που είχαν , όχι για να ζητήσουν κι αυτοί , αλλά για να ιδούν με τα μάτια τους το ψυχικό του προεστού.
Δεν πέρασε πολλή ώρα και , νά σου ,έφτασε κι ο Κίτσιος μ΄ένα κοπάδι αρνιά.
-Το καλύτερο της γριάς ! φώναξε ο προεστός , και στη στιγμή ο πιστικός που ερχόταν μαζί με τον Κίτσιο άρπαξε απ΄τον λαιομό ένα λάγιο αρνί με μιά βούλα άσπρη στο μέτωπο σαν τον αυγερινό , που ήταν μια οργιά βγαλμένος εκείνη την ώρα.
Η γριά με το έν΄χέρι άρπαξε τ΄αρνί και με τ΄άλλο τρεμάμενο έδινε το ντουφέκι στου προεστού τα χέρια , από φόβο μην ήτανε ψέμα το τάξιμο.Ύστερ΄από τη γριά πήραν από ένα αρνί όσοι δεν είχαν ,κι ο προεστός , παίρνοντας το ντουφέκι στο χέρι του , είπε στη γριά:
-Γεμάτο είν΄ωρή;
-Γεμάτο! όπως το ΄χει αφήκει ο μακαρίτ΄ς.
-Μωρέ, είν΄ ακέρια πέντε χρόνια από τότε.Φοβάμαι  μη δεν πάρ΄φωτιά και ντροπιαστώ!
Σηκώνει το λύκο και λέει:
   -Χριστός  Ανέστ΄ ωρ΄αδέρφια .Χριστός Ανέστ΄! Καλώς μας ήλθ΄ η λευτεριά!
Το παλιοντούφεκο βρόντησε κι ετράνταξε το χωριό , και με το βρόντημά του σωριάστηκε ο προεστός άψυχος!
Ρίχνονται απάνω του οι δικοί και ξένοι , φέρνουν αναμμένα δαδιά , του ρίχνουν νερό , τίποτε .Είχε ξεψυχήσει . Τον είχε σκοτώσει η χαρά .

σερτάρι=το αρσενικό που σέρνει το κοπάδι
βελονωτά=εμπροσθογεμή και πολεμικά με ξιφολόγχη
λάγιο = μαύρο , που θεωρείται ότι έχει καλύτερο κρέας

Χρήστου Χρηστοβασίλη,  “Πασχαλινά διηγήματα Ελλήνων συγγραφέων”, εκδόσεις GUTENBERG, σελ.55-63

http://averoph.wordpress.com/2013/05/07

1 Μαΐου 2016

Χριστός Ανέστη ! Παύλος Νιρβάνας

Χριστός Ανέστη ! Παύλος Νιρβάνας

Από: Νέα Εστία, Αθήναι 24-11-1937.
http://genesis.ee.auth.gr/dimakis/neaest/Neaestia.html

Κάποτε —εδώ και πολλά χρόνια— που μούτυχε να κάνω Ανάσταση σε κάποιο ορεινό χωριό της Ρούμελης, ένας γέρος χωριάτης, υψώνοντας τη λαμπριάτικη λαμπάδα του, σα χαιρετισμό, προς τ' αναστάσιμα άστρα, μου είπε σα να μιλούσε με τον εαυτό του : 

—Ημέρεψαν απόψε, παιδί μου, τα Ουράνια. 

Στα δυό αυτά λόγια ο αθώος χωριάτης είχε κλείσει, επιγραμματικά, το βαθύτερο νόημα του χριστιανικού θαύματος. «Ημέρεψαν τα Ουράνια». Ο ουρανός, χωρίς το μεγάλο χριστιανικό θαύμα, θα εξακολουθούσε να είναι για την περίφοβη ψυχή του απλοικού ανθρώπου —για κάθε ανθρώπινη ψυχή— το κατοικητήριο ενός Θεού τρομερού, δικαιοκρίτη χωρίς επιείκεια και τιμωρού χωρίς έλεος. Τέτοιοι στάθηκαν οι θεοί όλων των θρησκειών. Κυβερνούσαν τα πλάσματά τους με τον τρόμο. Τύραννοι παντοδύναμοι, μακρυσμένοι απ' το λαό τους, δεν είχαν γνωρίσει ποτέ τις αδυναμίες του, δεν είχαν πονέσει ποτέ τον πόνο του, δεν είχαν βασανισθεί ποτέ απ' τα βάσανά του, δεν είχαν κλάψει ποτέ τα δάκρυά του. Ανίκανοι να συμπονέσουν, να λυπηθούν και να συχωρέσουν. Πως να μην είναι «άγρια» — όπως τάβλεπε το μάτι του φοβισμένου ανθρώπου —τα ουράνια, τα κατοικημένα από τέτοιους θεούς; 

Και μέσα στην ανοιξιάτικη εκείνη νύχτα, που η λαμπάδα του γέρου χωριάτη είχε υψωθή σα χαιρετισμός προς τα λαμπρά, αναστάσιμα άστρα, τα ουράνια είχαν ημερέψει. Δεν κατοικούσε πιά εκεί απάνω υψωμένος στον τρομερό του θρόνο, ένας θεός ξένος για τους ανθρώπους. Κατοικούσε ένας γλυκύτατος θεός, που είχε πονέσει όλους τους πόνους των ανθρώπων, που είχε γνωρίσει όλες τις αδικίες της γης, που είχε τραβήξει όλες τις καταφρόνιες, που είχε πληρώσει όλες τις αχαριστίες. Τον έβρισαν, τον αναγέλασαν, τον έφτυσαν, τον έσυραν δεμένο στους δρόμους, σαν το τελευταίο κακούργο, τον σταύρωσαν. Επείνασε, εδίψασε, κουράστηκε, αντίκρυσε τη φρίκη του θανάτου. Για μια στιγμή είδε τον εαυτό του λησμονημένο κι' απ' τον ίδιο το Θεό, που ήταν πατέρας του. «Θεέ μου, θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες;» 

Δε στάθηκε πόνος, που να μην τον γνώρισε, καρδιοσωμός, που να μην τον έννοιωσε, δυστυχία, που να μη γεύθηκε το φαρμάκι της. Ήπιε όλα τα φαρμάκια, που μπορεί να πιή άνθρωπος σ' αυτόν τον κόσμο. Και, τη νύχτα εκείνη, ο πονεμένος και βασανισμένος αυτός άνθρωπος είχε ανέβη στους Ουρανούς και είχε καθήσει παντοδύναμος στο θρόνο του θεού, να κυβερνήση τον κόσμο. Πως να μην «ημερέψουν τα Ουράνια»; Μια απέραντη καλωσύνη είχε πλημμυρίσει το στερέωμα. 

Γιατί να τρέμη πιά ο αμαρτωλός; θα συλλογιζότανε ο γέρος. Εκείνος που συχώρεσε την πόρνη, το ληστή κι εκείνους ακόμα που τον σταύρωσαν, είναι τώρα εκεί απάνω, για να ιδή τα δάκρυα του μετανοιωμού του και να τον συχώρεση. Γιατί ν’ απελπίζεται ο άρρωστος; Εκείνος που γιάτρεψε τον τυφλό και τον παράλυτο, είναι τώρα εκεί απάνω για να τον γιατρέψη. Γιατί να βαρυγκομάη ο φτωχός και ο αδικημένος; Εκείνος, που πείνασε και δίψασε, είναι τώρα εκεί απάνω και καταλαβαίνει τη δυστυχία του. Γιατί να λαχταράη η μάννα για το παιδί της; Εκεί απάνω στους Ουρανούς είναι μια Μαννούλα, που δοκίμασε τον πόνο της, για να παρακάλεση το παιδί της, που κυβερνάει τον κόσμο, να την ελεήση. Και γιατί να τρέμη ο ασπρομάλλης ο γέρος την ώρα του θανάτου; Είναι και γι' αυτόν, είναι για κάθε ψυχή, μια ανάσταση. 

Τα Ουράνια είχαν ημερέψει, αλήθεια, εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα. Και η λαμπάδα του γέρου είχε υψωθή σα χαιρετισμός και σαν ευχαριστία, προς τα αναστάσιμα άστρα. 

—Χριστός ανέστη, παππού.
—Ο Θεός, ο Κύριος, παιδί μου.

http://www.myriobiblos.gr/greekliterature/nyrvanas_anesti.html