Το φανάρι για τους πεζούς είχε ανάψει πολλές φορές πράσινο και ο αθλητικός τριαντάρης δεν ειχε περάσει απέναντι...
Στεκόταν εκεί ορθιος και παρατηρούσε τα πάντα... σαν να έψαχνε κάτι...
Ο κόσμος ίδιος και σ΄αυτήν τη πόλη μονολόγησε...ίδια κίνηση, ίδια χρώματα, ίδιες βιτρίνες, ίδιες όμορφες γυναίκες ατελείωτες...ποιός να τις καλύπτει όλες αυτές αραγε ; !
Εκείνη τη στιγμή πέρασε μπροστά του ένα Σμαρτάκι που το οδηγούσε μια νεαρά με ύφος και πρόσεξε ότι στο πίσω μέρος, κάτω απο τον αριθμό είχε μια πινακίδα με εκείνο το σκυλί με τα κοντά πόδια και το μακρύ κορμί που έγραφε long vehicle!
-Μακρύ είναι το καλάμι που καβαλάς κοπέλλα μου, είπε σιγά και μάλιστα με φούντα στην άκρη ! και συνέχισε να παρατηρεί...
Το ίδιο έκανε και στο προηγούμενο φανάρι...
Ίσως να του έμεινε απο τότε που χτύπησε τον ποδηλάτη, για τον τραυματισμό του οποίου ακόμη τρέχει...Για αυτό το λόγο βρίσκεται σ΄αυτή την πόλη, για ένα ακόμη δικαστήριο τροχαίου ατυχήματος...
Ο δικηγόρος του δεν μπόρεσε να τον ακολουθήσει, είχε μια σοβαρή δίκη στην Πάτρα και του σύστησε μια εξαιρετική συνάδελφό του στην οποία είχε στείλει και τη δικογραφία.
Μίλησε μαζί της πρίν απο λίγο στο τηλέφωνο, του είπε ότι η δίκη αύριο είναι πρώτη, απ΄ο,τι είδε στο πινάκιο, να είναι εκεί στις οχτώμισυ το πρωί, όλα θα πάνε καλά και ότι θα τα πούνε αύριο το πρωί...Δεν τη έχει δεί ποτέ πρίν, αλλά από τη φωνή τού φάνηκε καλή...
Έτσι μην έχοντας κάτι να κάνει, ξένος στην πόλη, γυρνάει σκεπτόμενος και παρατηρών...
Την προσοχή του απέσπασε μια γυναικεία φωνή από την καφετέρια που βρισκόταν κάπου δεξιά του...
-"Κόφτο ρε μαλάκα !"
Γύρισε να δεί αν η γυναίκα που μίλησε ήταν όμορφη, θα προτιμούσε να μην ήταν, γιατί είναι πολύ άσχημο να βωμολοχεί γυναίκα και μάλιστα δημόσια και να δεί και την αντίδραση του συνοδού της, αν δηλαδή θα της κόψει το σβέρκο ή τη γλώσσα, ή αν θα συνεχίσει να πίνει τη φραπεδιά του χωρίς να συμβαίνει τίποτα !
Και φυσικά συνέβη το τρίτο που τον έκανε να σκεφτεί το φίλο του το Γιάννη που του ΄λεγε:
-Αν "φάει" κάποιος κλωτσιά στους όρχεις, θα διπλωθεί στα δύο απο τον πόνο, μόνον όταν το όσχεο ειναι γεμάτο...Γιατί αν απουσιάζουν οι αδένες, είναι σαν να χτυπήσεις κάποιον στα μαλακά μόρια...
-Αδειο όσχεο Γιάααννη ! είπε σιγά και...
...ξαναγύρισε τα μάτια του στην κυρία με το παιδάκι, που χαζεύει τις βιτρίνες στο απέναντι πεζοδρόμιο...Δεν τη βλέπει στο πρόσωπο, αλλά εχει ενα καταπληκτικό σώμα ...
Τρείς βιτρίνες στη σειρά και οι τρείς με γυναικείο περιεχόμενο ! Η πρώτη έχει παπούτσια, η δεύτερη κάτι πολύχρωμα σχοινάκια, αυτά που χρησιμοποιούν οι γυναίκες και ως εσώρουχα και η τρίτη φούστες-μπλούζες "η Ανθούλα", έγραφε πάνω απο την είσοδο !
Η κυρία με τον μπόμπιρα είχε μπεί στίς δύο απ αυτές, από τις οποίες βγήκε με τσάντα κρεμασμένη στον ώμο και τώρα ήταν μπροστά στην "Ανθούλα" και χάζευε...
Ο μικρός κρατούσε στο ένα του χεράκι ένα γλυφιτζούρι και με το άλλο είχε αγκαλιάσει μια μπάλα που δεν χώραγε στη μικρή του μασχάλη...
Τα δώρα του αυτά θα του τα πήρε η μαμά του στο δρόμο για να μήν γκρινιάζει ή θα του τα έδωσε κάποιος γνωστός από κανά κατάστημα που ψωνίζει η μαμά του, απ αυτούς που λένε:
- Αχ τι όμορφο μωρό ! Πως σε λένε μωράκι μου; και ...κοιτάζουν το στήθος της μαμάς και τις οπίσθιες καλλιτεχικές της γραμμές !
Αντι να πούν:
- Μωρό μου τι όμορφη μαμά που εχεις , πως την λένε; και αν θέλει η μαμά θα πεί:
- Δανάη με λένε καλέ ! !....
*****************************
Και ξαφνικά, τι ήθελε να το σκεφτεί, γλύστρισε η μπάλλα από τη μασχαλίτσα του μπόμπιρα και κύλισε στο δρόμο. Ο μικρός τραβάει με δύναμη το χεράκι του το άλλο, καθώς του το κρατούσε χαλαρά η μάνα του, λόγω...βιτρίνων και ξεχύθηκε στο οδόστρωμα κυνηγώντας τη μπάλλα του...
Ένα αυτοκίνητο που κινείται σε απόσταση λιγότερη των είκοσι μέτρων θα συναντήσει το μικρό σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα...
Μια κυρία που ήταν μπροστά έβαλε τα χέρια της στο πρόσωπο για να μη δεί αυτή...τη συνάντηση...
Σε δέκατα του δευτερολέπτου, ο ξένος ειχε πάρει την απόφασή του...
Τινάχτηκε σαν ελατήριο στον αέρα, έκανε τρία άλματα σαν αίλουρος και μια βουτιά σαν αυτές που κάνουν οι αθλητές κολύμβησης και συνάντησε το αγοράκι πρίν απο το αυτοκίνητο...τύλιξε γρήγορα το κορμάκι του και το κεφάλι του με τα χέρια του και άρχισε να κάνει βαρελάκια προς την πλευρά απο την οποία ξεκίνησε το παιδάκι...
Το αυτοκίνητο πέρασε ξυστά δίπλα τους και σταμάτησε λιγα μέτρα πιο κάτω...
Μαζεύτηκε κόσμος...
Σηκώθηκε με το παιδάκι - και οι δυό σώοι- και το παρέδωσε στη μάνα του, που αμφιβάλω αν κατάλαβε τι ειχε γίνει η ...τι πήγε να γίνει...
Νευρίασε μόνο όταν άκουσε την κυρία να λέει:
-Τι σου έχω πεί Γιαννάκη;
Ε, λοιπόν, αυτήν την κυρία, αν και έχει δηλώσει και έχει αποδείξει έμπρακτα ότι λατρεύει τις γυναίκες, καθώς και εκείνη που ξέχασε το μωρό της στο ταξί και την άλλη που έχασε το παιδάκι της στο εμπορικό κέντρο, θα τις κρέμαγε ανάποδα ...με τα σχοινάκια που φοράνε...
Θέλησε να φύγει βιαστικά και διακριτικά, δεν είχε νόημα η παραμονή του εκεί στον κόσμο, το ζητούμενο είχε ήδη επιτευχθεί...
Βλέπει όμως το αυτοκίνητο, που παρ΄ολίγο να καθάριζε τις ρόδες του πάνω στις πλατούλες του αγοριού και στις δικές του πλάτες, σταματημένο και μια γυναίκα με ακουμπισμένο το πρόσωπό της πάνω στο τιμόνι...
Πλησίασε και ακούμπησε τα χέρια του στο ανοιχτό της παράθυρο, λέγοντάς της :
-Ολα καλά, να προσέχεις περισσότερο άλλη φορά και να μην τρέχεις...και σηκώνοντας το δεξί του χέρι της χάιδεψε τα μαλλιά...
Τότε σήκωσε το κεφάλι της από το τιμόνι και τον κοίταξε κατάματα...
Παναγία μου ! τέτοια μάτια καταπράσινα σε ένα πεντάμορφο πρόσωπο δεν είχε ξαναδεί...
-Πέστε μου σας παρακαλώ, του είπε, οτι σώθηκε το παιδί, γιατι δεν θα το αντέξω...
-Αυτό δε σου είπα κοπέλα μου; ολα καλά...
-Εσείς το σώσατε -του είπε εκείνη- και αυτό και εμένα και γυρίζοντας προς το αριστερό του χέρι που ακουμοπούσε ακόμη στο παράθυρό της, έσκυψε και το φίλησε...
-Ελα κορίτσι μου, της είπε αμήχανα, που θα μου φιλήσεις το χέρι, σήκω και φύγε, δε βλέπεις ότι ο κύριος με τη Τζάγκουαρ βιάζεται και του κλείνεις το δρόμο; και έδειξε με το χέρι του ενα Ζάσταβα πίσω της, που ο οδηγός του είχε ξεχάσει να σηκώσει το χέρι του από την κόρνα...
-Ρωτάτε αν μπορώ να οδηγήσω, του ειπε, μου έχουν κοπεί τα πόδια...και τον ξανακοίταξε με κείνα τα καταπράσινα μάτια που ήσαν τώρα δακρυσμένα..
-Τότε πέρνα δίπλα, της είπε, να φύγουμε, δε θέλω να μείνω άλλο εδώ...
Χωρίς να το σκεφτεί η όμορφη νέα γυναίκα πέρασε στη θέση του συνοδηγού, σηκώνοντας πρώτα το δεξί και μετά το αριστερό της πόδι πάνω απο το κιβώτιο ταχυτήτων, κάνοντας έτσι την καρδιά του ξένου να χτυπήση δυνατά...αντρικά, γιατί είδε τα καλλίγραμμα πόδια της κάποια στιγμή ως επάνω ψηλά...
Μπήκε στη θέση του οδηγού και με ...ζωντανό GPS την κάτοχο του αυτοκινήτου που οδηγούσε...την οδήγησε στο σπίτι της...
Ήταν ένα όμορφο διόροφο με μαντρότοιχο και κάγκελα, κήπο γεμάτο δέντρα και λουλούδια...
-Εδώ μένεις της είπε; γυρνώντας προς το μέρος της για να ξαναδεί αυτά τα πεντάμορφα μάτια !
-Ναί ! στο επάνω, του απήντησε, γιατί στο κάτω μένουν οι γονείς μου, που λείπουν τώρα στην εξοχή !
Θα ανεβείτε για ενα χυμό ή ένα παγωτό; ρώτησε ο "Αγγελος"..
-Είναι η ομορφότερη πρόταση που μου έγινε ποτέ, της είπε χαμογελώντας ο ξένος...και την ακολούθησε στη σκάλα που οδηγούσε στον πάνω οροφο.
Το σπίτι της ήταν πολύ περιποιημένο, με μια τεράστια βιβλιοθήκη γεμάτη με βιβλία, προτομές και αγαλματίδια σοφών και λογίων...
Ως περιποιητική οικοδέσποινα έφερε το χυμό σε κρυστάλλινα ποτήρια πάνω σε ασημένιο δίσκο, που τον ακούμπησε στο τραπεζάκι του σαλονιού, ακριβώς απέναντι από έναν πίνακα του Θεόφιλου...
-Τι ειναι αυτό; του είπε, πιάνοντάς του το χέρι !
Μια εκδορά στον αριστερό του αγκώνα, από τα "βαρελάκια" που έκανε στην άσφαλτο του είχε ματώσει το χέρι και δεν το είχε καταλάβει.
Η όμορφη γυναίκα μπήκε σε ένα άλλο δωμάτιο και γύρισε σε λίγο με τα γιατρικά στο χέρι...
Οξυζενέ, οινόπνευμα, βαμπάκι, μερκουροχρώμ...και άρχισε να του περιποιείται το ...τραύμα, κάνοντας την καρδιά του να χτυπά όλο και πιο δυνατά !
Έφερε το δεξί του χέρι και την αγκάλιασε τρυφερά, προσπαθώντας να ταξιδέψει στην απεραντοσύνη των ματιών της...
-Πές μου τι είσαι, της είπε, γιατί για νοσοκόμα δε μου μοιάζεις !
-Γιατί σου μοιάζω αλήθεια; ! του είπε χαμογελώντας εκείνη, μιλώντας του για πρώτη φορά στον ενικό.
-Μου μοιάζεις... για την ομορφότερη γυναίκα που έχω δει στη ζωή μου, της είπε εκείνος και πλησίασε τα χείλη του στα δικά της...
Τώρα, θές ο τοξοβόλος διαβολάκος; θές η εμπιστοσύνη και ο αντρισμός που εβγαζε το πρόσωπό του; θές η υποχρέωση που του είχε; θές αυτό που έλεγε η γιαγιά μου, ότι δεν κάνει η φωτιά με τα άχυρα;...βρεθήκανε σφιχτά αγκαλιασμένοι να φιλιούνται και όπως λέει και ο Δημητρακόπουλος, τα φιλιά... "ηκολούθησεν το μυστήριον του κοιτώνος ! !..."
***********************************
Στις οχτώ και τέταρτο της επομένης ήταν στο δικαστικό μέγαρο της πόλης. Βρήκε την αίθουσα, βεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά ότι η υπόθεσή του θα εκδικαστεί πρώτη και άρχισε πάλι κατά την προσφιλή του συνήθεια να παρατηρεί...
Οι διάδρομοι γεμάτοι...
Διάδικοι, αντίδικοι, αστυνομικοί, δικηγόροι (αλήθεια η δική του η δικηγόρος δε φάνηκε ακόμη), διοικητικοί υπάλληλοι, αλλοδαποί, τσιγγάνοι...τεράστιος κύκλος εργασιών σκέφτηκε, αυτό το "μαγαζί" δεν πρόκειται να κλείσει ποτέ ! !
Τον ενοχλούσε όμως αυτή η χάβρα, αυτός "ο βόμβος μελισσών σε οργασμό", μπήκε στην αίθουσα, η οποία είχε αρχίσει να γεμίζει και κάθησε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, την ήξερε τη θέση...
Έκλεισε τα μάτια και άρχισε να ταξιδεύει...
Σε λίγο ο θόρυβος κόπασε και άκουσε βήματα σαν σε ξύλινο πάτωμα μπροστά του. Ήταν η σύνθεση του δικαστηρίου που ανέβαινε στην εδρα...
-Παρακαλώ καθήστε όλοι κάτω και να κλείσουν τα κινητά, ακούστηκε αυστηρά η φωνή της προέδρου...
Σήκωσε τα μάτια του και ...ω! Θεέ μου ! ψέλλισε, συναντήθηκαν με τα ωραιότερα πράσινα μάτια του κόσμου, αυτά που γνώρισε, κάτω απο περίεργες συνθήκες χθές, αλλά που νομίζει ότι τα γνωρίζει χρόνια...
-Είπα, καθήστε όλοι κάτω, είπε πάλι η πρόεδρος, με ένα τρέμουλο αλλά και ένα αμυδρό χαμόγελο στα χείλη, επιστρατεύοντας όλη της την ψυχραιμία...
Καθήστε παρακαλώ...
Άρχεται η συνεδρίασις...
Ι.Β.Ντινόπουλος
(Δικαιώματα κατοχυρωμένα)