ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ !

26 Σεπτεμβρίου 2021

Το Μοντέλο ! ! ! (Απο τον Αγαπημένο μου -αείμνηστο-Μπάρμπα Γιάννη Σκαρίμπα ).....

 ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ
(από τή συλλογή ΟΥΛΑΛΟΥΜ)

Πού τήν είδα; Συλλογίζομαι άν στούς δρόμους
τήν αντίκρυσα ποτές μου ή στ' αστέρια,
τούς χυτούς της φέρνει η ιδέα μου τούς ώμους
δίχως χέρια!

Δίχως χέρια . . . Τό μάτι της γυαλένιο
άς μή μ' έβλεπε – μ' εθώρει κι ήταν τ' όντι
ρόδο ψεύτικο τό γέλιο της – κερένιο –
καί τό δόντι.

Τήν στοχάζομαι. Η φωνή της, λές, μού εμίλει
ριγηλή σάν μέσ' σέ όνειρο – και τ' όμμα
ήταν σφαίρα. Σπασμός τρίγωνος τά χείλη
καί τό στόμα.

Τ' ήταν; πνεύμα; Μήν φτιαγμένη ήταν, ωϊμένα,
ύποπτεύομαι – καί τρέμω νοερά μου –
απ' τό ίδιο ύλικό πούναι φχιαγμένα
τά όνειρά μου; . . .

Αχ πώς τρέμω! ο νούς μου πάει σ' ιδέες πλήθος,
σέ μπαμπάκια καί καρτόνια – ο νούς μου βάνει
γεμισμένο της μήν ήτανε τό στήθος
μέ ροκάνι !

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ώ Κυρά μου – Άγγελε – Σύ – των μειρακίων
πόχεις τό γέλιο, ώ χαύνη κόρη των πνευμάτων,
σέ μια βιτρίνα σ' έχουν στήσει γυναικείων
φορεμάτων. . .

20 Σεπτεμβρίου 2021

Παλιό μεράκι , άσε με...

.

 ΝΙΚΟΣ ΤΑΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ - ΚΩΣΤΗΣ ΚΩΣΤΑΚΗΣ !

 

Σημείωση δική μου !

Θα μπορούσε να είναι και αφιερωμένο !

12 Σεπτεμβρίου 2021

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΔΙΧΩΣ ΟΝΟΜΑ...

 ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΔΙΧΩΣ ΟΝΟΜΑ.

 

 
-Τό όνομα της συζύγου σας παρακαλώ;
λέει ο ειρηνοδίκης , απευθυνόμενος στον μεσήλικα, άνδρα με το σκληρό κουρασμένο ηλιοκαμένο πρόσωπο, τα ροζιασμένα χέρια καί τα ντρίλινα παλιοκαιρισμένα ρούχα.
Σάστισε, ξαφνιάστηκε, χλώμιασε ο άνδρας καί αργοπορημένα απάντησε σιγανά
-Αλέξαινα..
-Αυτό είναι το βαπτιστικό της όνομα; τον ξαναρωτάει ο δικαστής
-Όχι , όχι , αλλιώς τη λένε αποκρίθηκε σχεδόν ψιθυριστά ο άνδρας, με τα μάτια κατεβασμένα , κατακόκκινος από ντροπή και βασανιστικά έστυβε το μυαλό του, να θυμηθεί τ όνομα της γυναίκας του.
Ο άνδρας ήταν ο μπάρμπα Αλέξης, γεωργός καί κτηνοτρόφος απ’ ένα ορεινό χωριό του Ξηρομέρου, κι ήταν κατηγορούμενος, στο Ειρηνοδικείο Αστακού -εκεί γύρω στα 1970- για αγροζημία.
Τούς ξέφυγαν τα κατσίκια, μπήκαν στα αμπέλια του Σκαρλάτου και δεν άφησαν κλήμα και κληματόβεργα. Μεγάλη ζημιά έπαθε ο άνθρωπος. Δέν βρήκε τσαμπί, για να τρυγήσει.
Τόν μήνυσε ο αγροφύλακας καί τώρα, πέρα απ την αποζημίωση που δίκαια πρέπει να πληρώσει, περιμένει με αγωνία καί την ποινή της αδικοπραξίας, που θα του επιβάλει το δικαστήριο.
Να όμως που τού ’μελαν τα χειρότερα, δεν θυμόταν τό όνομα της γυναίκας του.
Αν είναι ποτέ δυνατόν! Να ανοίξει η γη να τον καταπιεί.!
Πάνω απο είκοσι χρόνια παντρεμένοι, όλοι την έλεγαν .. Αλέξαινα..( το θηλυκό του δικού του ονόματος)
Εκείνος πάντα την φώναζε .. Γυναίκα ή Αλέξαινα! και τα παιδιά Μάνα! Ποτέ καί κανείς, δεν την φώναζε αλλιώς.
Κι ήταν άξια, εργατική, αξιοπρεπής γυναίκα. Εκείνη κρατούσε γερά και σταθερά το τιμόνι της οικογένειας, καθαρή μητριαρχία κι εκείνος την σεβόταν, την εκτιμούσε και αναγνώριζε τις θυσίες και τη προκοπή της.
Όλες οι γυναίκες στα μέρη εκείνα, ετεροπροσδιορίζονταν – σπάνιες οι εξαιρέσεις- και εκτός απ το επώνυμο, τούς άλλαζαν και τ’ ονομά τους, δίνοντάς τους, αυτό του άνδρα τους .. Χρήσταινα, Θοδωράκαινα, Γιάνναινα, Σπύραινα, Κώσταινα...
Αυτός ήταν ο κλειστός κόσμος τους, οι άγραφοι νόμοι, οι νοοτροπίες, οι πρακτικές κι’ οι κοινωνικές παραδοχές.
Η κάθε Αλέξαινα, σε πέτρινες εποχές, είχε άλλες έγνοιες, προτεραιότητες, ανάγκες κι επιθυμίες… Μέ έξη παιδιά, καπνά, στάρια, γιδοπρόβατα, σπίτι... τό τελευταίο που την ένοιαζε ηταν τ΄ ονομά της. Νάχει η οικογένεια πρώτα -πρώτα υγεία καί φαΐ κι όλα τ’ άλλα , ας καρτεράνε.
Μέ σταματημένο το μυαλό του, αγχωμένος καί ντροπιασμένος , μπροστά στον δικαστή και στο ακροατήριο, γυρίζει πρός τα πίσω ,εκεί που καθόταν ο μικρός του γιός καί τον ρωτάει:
-Ωρέ Νίκο, πως λέν καλό’ μ, τ’ μάνα ’ς ;-
- Αφροδίτ' πατέρα ,τού απάντησε το παιδί !
- Αφροδίτη ! Τόσο ωραίο όνομα ! μουρμούρισε ο δικαστής..
κι ο μπάρμπα Αλέξης ένιωσε μια μαχαιριά μες την καρδιά.
Έγινε η δίκη, πλήρωσε τα δίκαια και σωστά ο κυρ Αλέξης και τ΄απόβραδο, πατέρας και γιός έφτασαν καβάλα στ’ αλογά τους, στο σπίτι, στο χωριό τους.
Έπληκτη η κυρ Αλέξαινα, άκουσε πρώτη φορά τ όνομα της και να της λέει γλυκά - μπορεί κι ενοχικά… 
-Ούλα καλά Αφροδίτη μ' ! Ούλα καλά.
Έκτοτε ..μόνο το όνομά της , Αφροδίτη!! είχε στα χείλη του.
 
Πέρασαν τα χρόνια, κύλησε πολύ νερό στον Αχελώο, ήρθε λίγος κοινωνικός πολιτισμός, άλλαξαν οι νόμοι, η γυναίκα ανακτά την υπόστασή της, επιτέλους διατηρεί το επώνυμό της, κανείς δεν διανοείται πλέον να της αλλάξει το όνομα...
κι όμως..κι όμως κάποιες θηλυκές όμορφες υπάρξεις κινδυνεύουν από αγέλες εκβαρβαρισμένων, εξαχρειωμένων αρσενικών... κάποιες θηλυκές ιερές ζωές, χάνονται άδικα, άκαιρα καί τραγικά, δολοφονημένες από χέρια, κτηνωδών, υπανθρώπων ανδρών...
 
 Γιωργος Κουρμενταλας
 

8 Σεπτεμβρίου 2021

Ερωτας ανθρώπου μύησις...του Γ. Σταματόπουλου (Αναδημοσίευσις)


Έρωτας ο Μέγας Εξόριστος !
Η ζωή μας θεμελιώνεται πλέον πάνω στη μοναξιά και την απουσία νοήματος. Το μαρτυρεί η ανύπαρκτη ή εξωφρενικά ιδιοτελής επικοινωνία μας και το χαμηλό μας πολιτιστικό επίπεδο – έλλειψη σεβασμού προς τον διπλανό αλλά και τη ζωή την ίδια.
Ο ψυχισμός μας μεταλλάσσεται.
Ο κυνισμός, το συμφέρον, το μίσος, το έγκλημα επικυριαρχούν. Τα συναισθήματα, η αλληλεγγύη, η φιλία, η αγάπη καταχωνιάζονται στο χωνευτήρι της ομοιομορφίας, ομοιοστασίας, ισοπέδωσης. Ο ορίζοντας της ανάκαμψης του ανθρώπου, μιας περαιτέρω προσπάθειας εξανθρωπισμού του, είναι σκοτεινός και ολοένα απομακρύνεται.


Υπάρχει κάτι που μπορεί να αλλάξει το ζοφερό αυτό κλίμα;
Μπορεί να βρεθεί κάποιος να διαλύσει το κέλυφος του κάθε εαυτούλη; Ζει η ελπίδα να διασωθεί ο άνθρωπος, να τρέξει και πάλι στους λειμώνες του παιχνιδιού, της ποίησης, της συνύπαρξης; Μπορούμε να αποκτήσουμε τη συνείδηση του πολίτη; Να εδραιώσουμε μια υγιή δημοκρατία; Είναι δυνατόν να εκδιώξουμε τα εξουσιαστικά πλέγματα, να κοιταχτούμε στα μάτια; Μπορεί η χημεία της ένωσης δύο βλεμμάτων να γεννήσει το νέο άνθρωπο, το συμπάσχοντα, τον ανιδιοτελή;


Η απάντηση σε όλα τα ως άνω ερωτήματα είναι ο έρωτας...

Τι εστί έρως λοιπόν; !
Σύμφωνα με τον
Τζιάκομο Καζανόβα: Έρως, ο μή ορισμός! Της φύσεως ο Θεός. Η γλυκύτερη πικρία , η πικρότερη γλυκύτης. Τέρας θεϊκό, που ορίζεται μόνο διαμέσου των παραδόξων.
Έρωτας κατά τον
Ηλάκλειτο δεν είναι αυτό ή εκείνο. Είναι αυτό εκείνου και εκείνο αυτού, ο πόλεμος και η ειρήνη, το οιονεί άφατον, η άγρια ηρεμία, η ήρεμη αγριότητα. Ο έρωτας είναι βίωμα, μανία, μη λόγος, θεότητα, πένης, δαίμονας, παγίδα.


Πώς γίνεται όλες αυτές οι ιδιότητες, ουδεμίαν σχέση έχουσες με τον ορθολογισμό, να δώσουν απάντηση στο σημερινό αδιέξοδο;

Ο έρωτας ως αξία !

Ο έρωτας είναι ο ανατροπέας της καθημερινότητας, η οποία απαιτεί σύνεση, λογική, συμβιβασμό. Για τούτο και οι άνθρωποι τον φοβούνται. Πώς ν΄ αντέξουν το πάθος; Πώς να αντιμετωπίσουν την τραγικότητα του έρωτα; Ο έρωτας εμφανίζεται σύμφωνα με τον Μαξ Σέλερ όπου υπάρχει το Άνω και το Κάτω, το Ευγενές και το Ευτελές.

Ο Ρολάν Μπάρτ μιλά για έναν διαφορετικό κόσμο, μη αναγώγιμο στις επιστημονικές κατηγορίες. Δεν πρόκειται πια για γνώση, πρόκειται για αξίες. Αξία της έξαρσης, του πόνου, της γλυκύτητας, της πλήρωσης, του απροσδιόριστου, της ξαφνικής αίσθησης αφανισμού, της εκλογής του άλλου, του μαζέματος. Απέναντι κι ενάντια στα πάντα, το υποκείμενο βεβαιώνει τον έρωτα ως αξία.

Σήμερα επικρατεί μια εκχυδαϊσμένη μορφή του έρωτα βασισμένη στην ταχεία αποκόμιση ηδονής, μια βίαιη διάλυση της τελετουργίας του. Πού χάθηκε το ιερόν του έρωτα; Γιατί τον μετατρέψαμε σε στείρο σεξουαλισμό; Γιατί, ενώ καταφέραμε να απελευθερωθούμε από κάποιες ενοχές για το σώμα μας, φθάσαμε στο σημείο να θεωρούμε το σώμα μας καταναλωτικό προϊόν;

Διότι απλούστατα, εφηύραμε νέες αξίες κινούμενοι από άγχος και ματαιοδοξία. Αυτές της πολιτικής ανέλιξης, της πρόσβασης στην εξουσία, της δόξας, του πλουτισμού. Πώς να βρεθεί χρόνος να ξοδέψει κανείς το σώμα του και την ψυχή του; Γιατί πρωτίστως αυτό είναι ο έρωτας: το ξόδεμα, το να δίνεις ανιδιοτελώς την πιο αρχέγονη αγωνία σου στην αγωνία του άλλου.

Ο έρωτας είναι το θαύμα του πολιτισμού, έλεγε ο Σταντάλ. Ο έρωτας είναι μια φυλακή, αντιτείνουν πολλοί. Μια φυλακή ωστόσο απείρων δυνατοτήτων απελευθέρωσης του εγώ, το οποίο ανακαλύπτει τη διττή του φύση του καλού και του κακού. Ο έρωτας είναι γιορτή, και γιορτή είναι η πανάρχαια προσπάθεια του ανθρώπου να συνυπάρξει. Είναι και Μέγας Πόνος. Αλλά μόνο μέσα από τον πόνο ανακαλύπτει ο άνθρωπος τα όριά του, τη μικρότητά του, το μεγαλείο του.
Να ερωτευθούμε, ναι: την εκρηξιγένεια των στιγμών μας, το πύρωμα των καταστάσεων, τις εσχατιές της σωματοψυχής, τη δημιουργία, την τέχνη, το λόγο, τον πολιτισμό.
Μια από τις μεγαλύτερες διεγέρσεις είναι για παράδειγμα, το σκίσιμο με χαρτοκόπτη των φρέσκων σελίδων ενός νεοεκδοθέντος βιβλίου. Ο έρωτας είναι αισθητικό φαινόμενο, διότι μας αναγκάζει να βλέπουμε τη ζωή σ΄ ένα άλλο επίπεδο όπου δε χωρούν οι πολλοί, όπου κατοικεί η ομορφιά, η δική μας ομορφιά, του καθενός ξεχωριστά. Σ΄ ένα επίπεδο ωκεανού, όπου η αντάρα και η γαλήνη, η φουρτούνα και ο αφρός αναγγέλλουν το θρίαμβο της ζωής. Χωρίς τον έρωτα δεν ανατρέπονται κατεστημένες δομές και συνειδήσεις.
Έρωτας αείζωος και ευκλεής, έμφορτος την αγωνία και την ουσία, εχθρός και άγγελος του θανάτου. ΄Έρωτας – κοχλασμός του αίματος, τρέμισμα των κυττάρων, των σπλάχνων αντάριασμα. Έρωτας η χαρά της ζωής αλλά και ο πόνος της.
Οφείλουμε να επικαλούμεθα τον έρωτα.


Πρώτον για να στηλιτευθεί ο εκχυδαϊσμός του, η γύμνια του, το εμπόριό του και δεύτερον, να υπομνησθούμε ότι είναι ο κινητήριος μοχλός ανάπτυξης των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Ότι αυτός μόνο μπορεί ν΄ αντισταθεί στην ισοπέδωση των αξιών και την ομοιοστασία του είδους. Ότι είναι η μόνη μορφή αντιεξουσίας διότι ωθεί τους κατειλημμένους εξ αυτού στην προσπέλαση προκεκαθορισμένων μορφών συμπεριφοράς, σύμβασης, συνύπαρξης.

Καλά, είναι αρνητικά τα περισσότερα στον έρωτα: εγκατάλειψη, προδοσία, ζηλοτυπία, δύσπνοια, αϋπνία, πόνος. Όμως το ίζημα ύστερα από όλο το ταρακούνημα είναι η ηπιότητα, η ευρυχωρία, η αυτογνωσία, η συγχώρηση : η ανθρωπιά.
Άνθρωπος που δε βίωσε τον έρωτα δεν είναι άνθρωπος. Ούτε εξεγερμένος ούτε ειρηνικός, ούτε γαλήνιος ούτε αντάρτης.


Διότι ο έρωτας, εκτός από απάντηση, είναι το παν.

Γιατί ο έρωτας ; Διότι ο έρωτας !


Από το "Έρωτας, ανθρώπου μύησις" του Γιώργου Σταματόπουλου

Σημείωση δική μου:
Ό,τι έχει ειπωθεί μέχρι σήμερα για τον έρωτα, από σοφούς και μη, και ό,τι θα ειπωθεί εις "τον αιώνα τον άπαντα" , και πάλι θα είναι λίγο, ασαφές και ανεπαρκές για να τον περιγράψει και να τον χωρέσει. Και πάντα θα ..ωχρειά μπροστά στο μυστηριώδες μεγαλείο του, που καταφέρνει να παίζει ακόμη και με το χρόνο, κατά τον Δημητρακόπoυλο: "τον ελαχιστοποιεί στην ερωτική ευτυχία και τον πολλαπλασιάζει στον ερωτικό πόνο ", τον οποίο ερωτικό πόνο αποζητούν όλοι , όσοι απολαμβάνουν την ερωτική ευτυχία....χωρίς αυτό να αποτελεί διαστροφή....Ίσως κάπου εκεί να παιχνιδίζει ο έρωτας, "ακροβατώντας" ανάμεσα στην αλλόκοτη αυξομείωση του χρόνου που... σκοτώνει και "ταυτόχρονα" στις θυελλώδεις συναισθηματικές αναταράξεις που ...αναγεννούν... Ανάμεσα σε αισθήματα και παροχές που καταξιώνουν τον άνθρωπο ως ανώτερο είδος και σε σκέψεις και συμπεριφορά που τον ευτελίζουν ως χαμερπή και ανόητο !!!

Ι.Β.Ν.


7 Σεπτεμβρίου 2021

Φόβος και ελπίδα-Ε.Παπανούτσος (Αναδημοσίευση !)

Ε.Παπανούτσος – Φόβος και ελπίδα
Ανάμεσα στο φόβο και στην ελπίδα μοιράζεται — αλίμονο — του ανθρώπου η ζωή. Κοντά στους άλλους ορισμούς θα μπορούσε να του δώσει κανείς και αυτόν τον πολύ σύντομο, άλλα περιεκτικό: έμφοβο ον πού δεν κουράζεται να ελπίζει. Γιατί σε οποιαδήποτε ηλικία κι’ αν βρίσκεται, όποια κι’ αν είναι η ιδιοσυγκρασία και η αγωγή του, οσαδήποτε οικονομικά μέσα και επαγγελματικά εφόδια κι’ αν διαθέτει — ο άνθρωπος φοβάται.
Και ταυτόχρονα ελπίζει. Φοβάται τα πάντα. Από τα φυσικά απρόοπτα: τη φωτιά, την καταιγίδα, το σεισμό, και τα φυσικά αναπόφευκτα: την αρρώστια, τα γεράματα, το θάνατο, έως τα κοινωνικά δεινά, τα άλλο τόσο απρόοπτα και αναπόφευκτα: τον παραμερισμό και τη φτώχεια, την κλοπή και τη δολοφονία, το φθόνο και τις διώξεις.
Εντούτοις δεν τον εγκαταλείπει ποτέ η ελπίδα ότι θα βρεθεί τρόπος, έστω και την τελευταία στιγμή, να διαφύγει τον κίνδυνο, και αν όχι να σωθεί από το μοιραίο, τουλάχιστο να μαλακώσει τα πλήγματά του. Και δεν παύει να ελπίζει, ακόμα και την ώρα που το παιχνίδι φαίνεται χαμένο, ότι δεν θα του λείψουν αυτά που απόκτησε, ή ότι όλα στο τέλος θα πάνε καλά: θα ζήσει πολύ, θα σταδιοδρομήσει, θα απολαύσει τους κόπους του, θα χαρεί τη φιλία, τον έρωτα, την αναγνώριση.
Ο φόβος είναι έμφυτος. Καταδυναστεύει όλα τα ζωντανά πλάσματα. Αλλά συνάμα τους προσφέρει και μια πολύτιμη υπηρεσία: τα κρατάει άγρυπνα, τα παρακινεί και τους δίνει τη δύναμη ή να πολεμήσουν για ν’ αλλάξουν τους δυσμενείς όρους που απειλούν τη ζωή τους, ή να σωθούν με τη φυγή (ή την απόκρυψη) από ακαταμάχητους εχθρούς.
Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει το ζώο, είναι να λογαριάζει σοβαρά το φόβο που ενστικτωδώς αισθάνεται απέναντι σε ότι συναντά για πρώτη φορά, έως ότου βεβαιωθεί ότι τούτο δεν είναι επικίνδυνο. Στον άνθρωπο το ένστικτο του φόβου (όπως και τόσες άλλες φυσικές διαθέσεις και ροπές) πλουτίζεται με τη σκέψη και τη φαντασία και γίνεται, πολύ συχνά, ακαταγώνιστο.
Δεν υπάρχει στον κόσμο άλλο ζώο που να φοβάται, να τρέμει σε τέτοιο βαθμό και για τόσα πράγματα (παράδοξα πολλές φορές και ασήμαντα) όσο ο άνθρωπος. Απόδειξη το πλήθος και ή απερίγραπτη ποικιλία των προλήψεων και των δεισιδαιμονιών του. Θα περίμενε κανείς ότι η εξέλιξη της διάνοιας και ή κοινωνική πρόοδος θα τον έκαναν λιγότερο ευαίσθητο στις παρορμήσεις αυτού του αρχέγονου ένστικτου.
Το αντίθετο συμβαίνει- όσο περισσότερο αναπτύσσεται και προχωρεί στη γνώση, τόσο στυγνότερα τον βασανίζει ο φόβος — μόνο που, επειδή μαζί με τον πολιτισμό προκόβει και η τέχνη του να κρύβει με διάφορα προσωπεία τις διαθέσεις του, δεν τον δείχνει. Ο διορατικός οξύτερα σκεπτόμενος και ο πολυμαθέστερος άνθρωπος είναι πιο πολύ εκτεθειμένος στο φόβο από τον επιπόλαιο, τον απερίσκεπτο και τον αμαθή. Ακριβώς γιατί προβλέπει τους κινδύνους που επέρχονται, και ξέρει πόσο αξίζουν, πόσο μπορούν να είναι αποτελεσματικά τα μέσα που διαθέτει για την προστασία του, ενώ ό μικρόνους ησυχάζει με τη μωρία και την κενότητά του.
Μόνο η άγνοια φαίνεται ότι δίνει σιγουριά στον άνθρωπο· η γνώση φέρνει την αβεβαιότητα και τρέφει το φόβο. Γι’ αυτό το λόγο το παιδί φοβάται λιγότερο από τον ενήλικο, και ο διανοητικά καθυστερημένος λιγότερο από τον ευφυή.
Είναι λάθος να νομίζομε ότι φόβος και δειλία πηγαίνουν πάντοτε μαζί, οτι δηλαδή μόνο οι από ιδιοσυστασία δειλοί φοβούνται. Το φόβο γνωρίζουν, από το φόβο υποφέρουν ακόμα και οι γενναίοι. Οι μαρτυρίες που έχομε από εξομολογήσεις και απομνημονεύματα ποντοπόρων, πολεμιστών, εξερευνητών, τολμηρών γενικά ανθρώπων που έχουν καταπλήξει με τα κατορθώματά τους, επιβεβαιώνουν αυτή την αλήθεια.
Μπορούμε να λέμε απτόητους τους ανδρείους, άλλα όλοι τους (έκτος ίσως από ελάχιστες εξαιρέσεις παθολογικής αναισθησίας) όταν συναντούν κινδύνους (ανάλογους βέβαια προς τις φυσικές και τις ηθικές διαστάσεις τους) φοβούνται. Άλλωστε ανδρείος, καθώς μας έχει διδάξει ο πλατωνικός Σωκράτης, είναι εκείνος πού γνωρίζει τα «δεινά», όχι εκείνος που πέφτει απάνω τους τυφλά σαν το αλόγιστο θηρίο.
Η διαφορά του από τον δειλό βρίσκεται αλλού. Ο δειλός γίνεται έρμαιο του φόβου του· δεν μπορεί να τον δαμάσει, να τον κρατήσει μέσα στα όρια που χαράζουν οι περιστάσεις — πανικοβάλλεται εύκολα και χάνεται ακόμα και εκεί όπου μπορεί με μικρή προσπάθεια να σωθεί. Αντίθετα ο ανδρείος δεν αφήνει το φόβο να παραλύσει και να αχρηστέψει τις (φυσικές και ηθικές) δυνάμεις του, άλλα τον υπερνικάει και αντιμετωπίζει τον κίνδυνο με θάρρος και αποφασιστικότητα. Αυτό θα πει ευψυχία.
Το αντίστροφο συμβαίνει με την ελπίδα. Στην ελπίδα παραδίνονται χωρίς ανασχέσεις οι επιπόλαιοι και οι άκριτοι, οι διανοητικά ανώριμοι· όλα τα περιμένουν από τις υποσχέσεις που δίνει η φαντασία στις επιθυμίες τους. Οι «μυαλωμένοι», αυτοί που στέκονται και με τα δύο τους πόδια απάνω στην πραγματικότητα, είναι στις ελπίδες τους φειδωλοί, επιφυλακτικοί, μετρημένοι·
Για να βεβαιωθούμε, ας προσέξουμε ένα πασίγνωστο γεγονός, ότι ανάμεσα στους φανατικούς πελάτες των γραφείων στοιχημάτων, λαχείων και τυχερών παιχνιδιών τον μεγάλο, τον πολύ μεγάλο αριθμό αποτελούν αυτοί που θυσιάζουν στην πιο ελκυστική μορφή ελπίδας, στην ελπίδα του δίχως κόπους κέρδους, ακόμα και τις λιγοστές υλικές και διανοητικές δυνάμεις τους. Το λάθος τους δεν είναι απλώς ότι δίνουν αδικαιολόγητα μεγάλη σημασία στον παράγοντα «τύχη», άλλα κυρίως ότι υπερθερμαίνονται από μιαν αλόγιστη ελπίδα και αφήνονται με απεριόριστη εμπιστοσύνη στις ακροβασίες της φαντασίας τους.
Δεν πρέπει να συγχέουμε αυτή την τυραννία της ελπίδας με την αισιοδοξία και να νομίζομε ότι ο απαισιόδοξος είναι άνθρωπος χωρίς ελπίδες. Τέτοιος ανθρώπινος τύπος αμφιβάλλω αν υπάρχει. Όλοι έχομε λίγο ως πολύ τις ελπίδες μας. Και μ’ αυτές αναπνέομε και ζούμε. Με τη διαφορά ότι άλλοι στηρίζουν τις προσδοκίες τους στον έλεγχο τον δεδομένο και αισιοδοξούν εάν αυτά ευνοούν τις ελπίδες τους, ενώ άλλοι δεν εννοούν με κανένα τρόπο να ψαλιδίσουν τα φτερά των ελπίδων τους, ακόμα και όταν μια πρόχειρη άλλα προσεχτική εκτίμηση των περιστάσεων επιβάλλει την υποστολή τους, επειδή η επιθυμία τους τρέχει γρηγορότερα από την κρίση τους.
Αυτοί είναι που ονομάζουν απαισιόδοξους τους «ρεαλιστές», εκείνους που έχουν πολλές φορές αναμετρηθεί με τις δυσκολίες των πραγματοποιήσεων και επειδή άλλες τόσες φορές διαψεύστηκαν στις ελπίδες τους από την απρόοπτη παρεμβολή παραγόντων πού δεν μπαίνουν (ή μόνο εν μέρει μπαίνουν) υπό έλεγχο, κινούν μελαγχολικά το κεφάλι τους και δηλώνουν ότι «σ’ αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση δεν τρέφουν πολλές ελπίδες».
Της ελπίδας λοιπόν αναίρεση είναι όχι η απαισιοδοξία, άλλα η απελπισία, η απόγνωση. Που κι’ αυτή (όπως η απαισιοδοξία) δεν είναι ποτέ καθολική και ριζική, γιατί χωρίς την ελπίδα ο ψυχικός οργανισμός χάνει το οξυγόνο του και πεθαίνει από ασφυξία.
Η φυσιολογία και ιδίως η παθολογία του φόβου διαθέτει σήμερα πλούσια και πολύ διαφωτιστική βιβλιογραφία. (Δεν συμβαίνει το ίδιο και με την ελπίδα). Υπάρχει πλήθος περιπτώσεων «ανώμαλου» φόβου το φάσμα των ποικιλιών του αρχίζει από τις ανώδυνες φοβίες και φτάνει έως το άγχος. «Φόβο του φόβου», ονομάζουν μερικοί ψυχίατροι αυτή τη βασανιστική αγωνία.
Ο αγχώδης άνθρωπος φοβάται το φόβο και επειδή τον φοβάται, γίνεται δέσμιός του έως το σημείο να φοβάται πλέον όχι για άλλο λόγο, άλλα για να φοβάται… Πρόκειται για μιαν αποκόλληση της ψυχικής διάθεσης από κάθε φυσικό ή λογικό της αίτιο, που έχει ως συνέπεια όχι μόνο μια παράδοξη ανεξαρτητοποίηση της άλλα και ένα νοσηρό (καρκινοειδή, θα έλεγε κανείς) πολλαπλασιασμό της. Σύστοιχο φαινόμενο, στην κλίμακα της συλλογικής ζωής, είναι ο πανικός, ο φόβος που μεταδίνεται από το ένα στο άλλο μέλος της ομάδας τυφλά και που με αυτή τη μετάδοσή του φουντώνει όλο και περισσότερο σαν την πυρκαγιά.
Ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο θρησκευτικός, γενικότερα ο μεταφυσικός φόβος (υπάρχει και η θρησκευτική, η μεταφυσική ελπίδα) — φαινόμενο καθαρά και αποκλειστικά ανθρώπινο. Για να τον ξεχωρίζομε από τις άλλες παραλλαγές του φόβου, έχομε φυλάξει ειδικά γι’ αυτόν (στη γλώσσα μας) τον όρο: δέος. Μπροστά στο αινιγματικό, το μυστήριο γεμάτο σύμπαν ο άνθρωπος, όταν ορθώθηκε και σήκωσε ψηλά το κεφάλι του, και ιδίως όταν σάστισε από την αδυσώπητη ρομφαία του θανάτου που τον είδε να παραμονεύει σε κάθε βήμα του, συγκλονίστηκε από ένα ιδιόρρυθμο, βαθύ και αδάμαστο, «ιερό» φόβο, έπεσε και προσκύνησε.
Timor fecit deos, είπε επιγραμματικά ο αρχαίος σκεπτικός. Στη ρίζα της θρησκείας βρίσκεται ο φόβος. Ο κοσμικός, άλλα και ο ηθικός, η αγωνία της αμαρτίας, όπως υπογραμμίζει στις βαθυστόχαστες αναλύσεις του ένας μεγάλος χριστιανός φιλόσοφος του περασμένου αιώνα (ο Kierkegaard). Κοντά στο φόβο πρέπει να βάλομε εδώ και την ελπίδα, την ελπίδα της «σωτηρίας» — εύρημα και τούτο πολύτιμο της χριστιανικής συνείδησης.
«Εστί δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Απόστολος Παύλος). Κλασικός ορισμός πού βεβαιώνει ότι μια εσωτερική συνάφεια υπάρχει μεταξύ φόβου και ελπίδας, αφού οι δύο αυτές ισχυρές διαθέσεις συνυπάρχουν μέσα στο θρησκευτικό βίωμα. Ο πιστός φοβάται το Θεό (τούτο είναι το αρχικό νόημα της «δεισιδαιμονίας»), στην οργή του αποδίνει τα δεινά που περνάει («θεομηνίες» τα λέμε στη γλώσσα μας), άλλα και ελπίζει στη μακροθυμία του και προσπαθεί με ικεσίες να κερδίσει την εύνοιά του. Χωρίς αυτή την ελπίδα δεν εννοείται ή λατρεία, της θρησκείας μέρος αναπόσπαστο.

Ο φόβος (και η ελπίδα) μέσα στο χώρο μιας τέχνης υψηλού ύφους, της δραματικής ποίησης — ιδού ένα ωραίο θέμα για τον ψυχολόγο και τον αισθητικό. Η διερεύνησή του θα μας πήγαινε πολύ μακριά. Περιορίζομαι λοιπόν σε λίγες και σύντομες παρατηρήσεις.
Από το θησαυρό των συναισθημάτων πού δραστηριοποιεί το θέατρο, ο Αριστοτέλης μέσα στον περίφημο ορισμό του της τραγωδίας ονομάζει μόνο το «φόβο» και τον «έλεο». Και όταν σε μιαν άλλη σελίδα της Ποιητικής του θέλει να προσδιορίσει πιο συγκεκριμένα τα δίδυμα αυτά τραγικά «παθήματα», κάνει την εξής αντιδιαστολή: οίκτο αισθανόμαστε όταν βλέπομε (στη σκηνή) να υποφέρει ο «ανάξιος», φόβο όταν πάσχει ο «όμοιος».
Συμπονούμε εκείνον πού βασανίζεται «χωρίς να το αξίζει»· το μαρτύριο όμως του "επιεικούς", του ηρώα που θαυμάζομε, εμπνέει φόβο. Τρέμομε γιατί δεν ξέρομε τι να σημαίνει για μας και για όλους τους «όμοιους» η σκοτεινή και βίαιη καταφορά της τύχης.
Με την ερμηνεία της η τραγωδία επιτελεί την «κάθαρση» τούτων των συναισθημάτων: ξαναδίνει στον συγκλονισμένο από το δραματικό ποίημα άνθρωπο την ελπίδα ότι υπάρχει μια ηθική τάξη στον κόσμο, που δεν φαίνεται, αλλά από το σκοτεινό βάθος της διευθύνει τα αινιγματικά γεγονότα. Και εδώ λοιπόν, σε μιαν άλλη, άλλα όχι πολύ μακρινή από τη θρησκεία περιοχή, στην περιοχή της ποίησης, συναντώνται (με την ίδια διάστασή τους, τη «μεταφυσική») οι δύο ακατάλυτες ψυχικές διαθέσεις: ο φόβος και η ελπίδα.
Τα λόγια που χαράχτηκαν απάνω στον ερημικό τάφο του, ήσαν, λέγεται, παραγγελία τού ίδιου τού Νίκου Καζαντζάκη:
«Δεν φοβάμαι τίποτα.
Δεν ελπίζω τίποτα.
Είμαι ελεύθερος».
Μεγαλόστομος ο Κρητικός άφησε πίσω του και τούτον το μεγάλο λόγο. Μεγάλο, άλλα και προβληματικό. Είχε λοιπόν στην προσωπική του ζωή κατορθώσει το ακατόρθωτο ο ποιητής της «Οδύσσειας», όπως ο πολύπλαγκτος ήρωας του έπους του; Κατάφερε δηλαδή να σπάσει το ανθρώπινο φράγμα, να καταλύσει τους δύο άξονες της ψυχής, το φόβο και την ελπίδα;
Ας δώσουν την απάντηση όσοι γνώρισαν από κοντά όχι μόνο τον λόγιο, αλλά και τον ασκητή Καζαντζάκη. Έχει και ο λαβύρινθος της ψυχής τούς σκοτεινούς, τους αδιέξοδους δρόμους του, επομένως τίποτα δεν αποκλείεται. Ο ενήμερος όμως και έμπειρος ερευνητής θα παρατηρήσει — πιστεύω — ότι το καθαυτό ανθρώπινο μέσα στον άνθρωπο, ο άθλος που τον υψώνει και τον αγιάζει, είναι να ζητεί και να κατακτά την Ελευθερία όχι πέρα από τη δουλεία, άλλα μέσα στη δουλεία του φόβου και της ελπίδας. «Εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν», θα έλεγε ο Καβάφης.
***
Ε. Π.Παπανούτσος, «Το δίκαιο της πυγμής», εκδόσεις Δωδώνη, (1975)

5 Σεπτεμβρίου 2021

Όταν σιωπάς!...

 Όταν σιωπάς!...



Σε ένα Πανεπιστήμιο ο καθηγητής Νομικής ρώτησε έναν φοιτητή:
-Πώς σε λένε;
Ο φοιτητής απάντησε και τότε ο καθηγητής τον απέβαλε χωρίς λόγο. Ο φοιτητής προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του χωρίς αποτέλεσμα, αλλά και όλοι οι συμφοιτητές του στην αίθουσα σιωπούσαν... Ο φοιτητής βγήκε νιώθοντας αδικημένος...
Στη συνέχεια ο καθηγητής ξεκίνησε τη διάλεξη και ρώτησε τους φοιτητές:
-Γιατί θεσπίστηκαν οι νόμοι;
-Για τον έλεγχο της συμπεριφοράς των ανθρώπων, είπε ένας φοιτητής.
-Για να εφαρμοστεί η πειθαρχία των ανθρώπων, είπε ένας άλλος.
-Για να μην καταπιέζουν οι ισχυροί τους αδύναμους, είπε ένας τρίτος.
Ο καθηγητής είπε:
-Ναι, αυτό όμως δεν είναι αρκετό.
Μια φοιτήτρια σήκωσε το χέρι της και απάντησε:
-Μέχρι να επιτευχθεί δικαιοσύνη.
Ο καθηγητής είπε:
-Ναι, αυτή είναι η απάντηση. Για να επικρατήσει η δικαιοσύνη! Και ποιο είναι το Νόημα της δικαιοσύνης;
Ένας φοιτητής απάντησε:
-Έτσι ώστε να διατηρούνται τα δικαιώματα και να μην αδικείται κανείς.
 
Ο καθηγητής είπε:
-Τώρα απαντήστε άφοβα. Έκανα άδικη πράξη στον συμφοιτητή σας όταν τον έβγαλα από την αίθουσα;
Και είπαν όλοι: 
-ΝΑΙ.
Ο καθηγητής είπε θυμωμένος:
-Τότε γιατί σιωπήσατε και δεν κάνατε τίποτα;! Σε τι χρησιμεύουν οι νόμοι αν δεν έχουμε το θάρρος να τους εφαρμόσουμε;! Εάν παραμείνετε σιωπηλοί όταν κάποιος υποβάλλεται σε αδικία και δεν υπερασπίζεστε το δίκιο, χάνετε την ανθρωπιά σας η οποία είναι αδιαπραγμάτευτη.
 
Τότε ο καθηγητής είπε να φωνάξουν τον φοιτητή που είχε διώξει, του ζήτησε συγγνώμη μπροστά σε όλους τους φοιτητές και είπε:
-Αυτό είναι το Μάθημά σας σήμερα και πρέπει...
να το πετύχετε στην Κοινωνία σας όσο ...Ζείτε.