"Ο ΤΟΥΡΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΟΜΟΛΟΓΟ ΤΟΥ :
O MAΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΚΡΥΜΜΕΝΟΣ
ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ! "
Από την Ελένη Κυπραίου, δημοσιογράφο -συγγραφέα :
Απόσπασμα
" Είπε ο Τούρκος στρατηγός, στον Έλληνα ομόλογό του :
Εσείς οι Έλληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε; Πως τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο. Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου..
..."ΔΕΝ ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ, ούτε και πρόκειται να αλωθή...
Καθώς γράφουμε, ξεπηδά από τα βάθη της μνήμης μας μια ιστορία, που αν δεν είναι αληθινή, τουλάχιστον θα μπορούσε να αποθανατιστή σαν θρύλος.
Μας την αφηγήθηκε, πριν μερικά χρόνια, προσωπικότητα αξιόλογη (τηρούμε την ανωνυμία της) και πάντως ούτε ευφάνταστη, ούτε παραμυθολόγα.
Πριν μερικά χρόνια λοιπόν, λιγότερα από μια δεκαετία, υπηρετούσαν, απ΄τη μια κι΄απο την αλλη πλευρά του Εβρου, στα σύνορα, που διαιρούν την Θράκη μας στα δύο, αντίστοιχα, Έλλην και Τούρκος στρατηγός.
Οι δυο άνδρες είχαν συνδεθεί με στενή μεταξύ τους φιλία. Πολύ περισσότερο που ο Τούρκος στρατηγός, είχε σύζυγο Ελληνίδα.
Όταν έφθασε ο καιρός να μετατεθούν για άλλη υπηρεσία, προσκάλεσε ο Τούρκος τον Έλληνα συνάδελφό του.
"Τόσον καιρό", του είπε, "περάσαμε ανέφελα μαζί. Οι διαφορές που έχουν οι δυό χώρες μας, μεταξύ τους, δεν επηρέασαν τη φιλία μας. Αλλά κι΄εμείς οι Τούρκοι θεωρούμε τη φιλία ιερή. Θα ήθελα αύριο το βράδυ να σου το αποδείξω."
Την επομένη, στις 10 ακριβώς, ο Έλλην επιβιβαζόταν στο ιδιωτικό αυτοκίνητο του Τούρκου. Νύχτα αφέγγαρη ήταν.
Ερημικοί οι δρόμοι. Ανοιχτή κι η λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας προς την Πόλη.
Κοντά μεσάνυχτα πρέπει να πλησίασαν στις παρυφές της. Ύπνος βαθύς είχε καθηλώσει στα κρεβάτια τους κατοίκους της. Ησυχία στους δρόμους.
Γρήγορος, ο οδηγός Τούρκος, μπήκε βγήκε απο στενά, απο περιπλεγμένα σαν κουβαρι καλντερίμια.
Νύχτα αφέγγαρη. Έσβησε τη μηχανή, σταμάτησε μπροστά σε καγκελόπορτα με γραφές στα Ελληνικά.
Ο γοργός ρυθμός, η αγωνία, η περιέργεια, δεν άφηναν στον Έλληνα περιθώρια να ψάξει, ούτε καν να προβληματισθεί.
Ακολουθούσε τον Τουρκο πειθήνια, σαν αυτόματο, χωρίς φόβο, με περίσσια εμπιστοσύνη. Ούτε καν που του πέρασε απ' το μυαλό, πως μπορούσαν να΄ναι και κακές οι προθέσεις του.
Στάθηκαν μπροστά σε διπλομανταλωμένη σιδερένια στενή θύρα. Έβγαλε κλειδί απ' την τσέπη του ο Τούρκος. Ξεκλείδωσε. Ανοιξε. Υπόγειο ήταν. Μούχλα ανέδιναν οι τοίχοι. Μούχλα και κλεισούρα. Λησμονιά, καταχωνιασμένη στα έγκατα της γής. Περπάτησαν κι οι δυό, σε διαδρόμους, χωρίς να σκοντάφτουν. Τους βάραινε η σιωπή, η αναμονή. Που πήγαιναν, έτσι στα τυφλά ; Που κατευθύνονταν; Ανάστροφα στον χρόνο; Σε ποιον χρόνο ; Τον ανθρώπινο ή τον Θεϊκό ;
Ο Τούρκος ήξερε. Αλλά δεν ήξερε ακόμη ο Ελληνας. Δεν μπορούσε να δικαολογήσει την περιπλάνηση.
Μα ούτε και πρόφταινε να προβληματιστεί. Ακολουθούσε. Με την βεβαιότητα, πως η στιγμή ήταν μοναδική. Πως δεν θα' χε την ευκαιρία, ποτέ ξανά, να την ξαναζήσει. Ακολουθούσε. Ονειρευόταν άραγε ; Υπνοβατούσε ;
Φτερωμένη η φαντασία του, ανάπλαθε μονοπάτια, που μόνο σε ελαφρύ ύπνο βαδίζει κανείς.
Ένα ήταν σίγουρο: δεν θα ξανάβρισκε ποτέ τον δρόμο. Δεν θα τον ξανάβρισκε χωρίς οδηγό.
Είχαν φθάσει στο τέρμα.
Θύρα και πάλι αρματωμένη μπροστά τους. Βαριά σιωπή. Η σιγή της ύστατης ώρας.
Που ήρθε να διακόψει μόνο το τρίξιμο της κλειδαριάς. Το γκρίνιασμα του σκουριασμένου σίδερου. Μισάνοιξε η βαριά θύρα.
Ισχνό φώς στο εσωτερικό. Υπερκόσμιο. Μυστηριακό. Υπόγειο ; Μπουντρούμι ; Κενοτάφιο ;
Και τότε, τότε μόνον μίλησε ο Τούρκος : "Εσείς οι Ελληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά ; Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε ; Πως τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης ; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο ; Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ; Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Ειναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου."
Στο πάτωμα, μισοανασηκωμένο στον ενα αγκώνα ο Ελληνας είδε, είδε με τα μάτια του, τον ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ.
Ρίγος μεταφυσικό τον διαπέρασε. Θόλωσαν απ' τα δάκρυα τα μάτια του. Θαμπώθηκε η όρασή του.
Έκανε το σταυρό του. Μπροστά του, εκεί, σε απόσταση ανάσας, το ΘΑΥΜΑ.
Κι ήταν αυτός, ο τυχερός, που είχε αξιωθεί να το ζήσει με τις αισθήσεις του. Σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Πηχτή η σιωπή, σχεδόν, κοβόταν με το μαχαίρι.
Μίλησε και πάλι ο Τούρκος :
"Πρίν μερικά χρόνια κείτοταν στο έδαφος ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τον τελευταίο καιρό άρχισε σιγά-σιγά ν' ανασηκώνεται. Πάμε."
Ξανάκλεισαν τη θύρα. Την ξανακλείδωσαν. Αντίστροφα βγήκαν μέχρι την αυλή απ' τα υπόγεια.
Ξαναπέρασαν την καγκελλένια πόρτα.
Δεν άφησαν πίσω ίχνη απ' τις πατημασιές τους. Κανείς δεν τους είχε δεί. Μπήκαν στο αυτοκίνητο, πήραν το δρόμο του γυρισμού.
Σιωπηλοί. Χωρίς να ανταλλάξουν κουβέντα.
Δεν είχε ακόμη ξημερώσει όταν έφτασαν στον Εβρο. Προτού αποχωρισθούν, φιλήθηκαν σταυρωτά. Το ποτάμι κυλούσε ορμητικά προς το Αιγαίο.
"Γυρίζει πίσω το ποτάμι", μονολόγησε ο Έλλην στρατηγός. "Γυρίζει όταν το θελήσει ο Θεός".
Υπηρέτησε αργότερα στο Κέντρο.
Προτού αποστρατευθεί θεώρησε υποχρέωσή του ν' αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό στην προσωπικότητα που μας το εμπιστεύθηκε, κατονομάζοντας και τον στρατηγό, κάτω απο το βλέμμα του Θεού και της Παναγίας. Κάναμε και μεις τον σταυρό μας μουρμουρίζοντας "Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΑΛΩ".
ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΗ
* Η Λαϊκή παράδοση λεει για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, στην πραγματικότητα κανείς Αγιος και κανείς προφήτης δεν μιλάει για Κωνσταντίνο, όλοι οι προφήτες μιλούν για Ιωάννη.
* Ο Ελληνας στρατηγός πέθανε τον Φεβρουάριο του 2001 πλήρης ημερών. Εμείς μετά απο επισταμένη έρευνα, αναζητήσαμε και βρήκαμε την αδελφή του στρατηγού και μας επιβεβαίωσε ότι η μοναδική ευκαιρία που είχε ο αδελφός της ήταν πραγματικότητα, είδε με τα μάτια του τον Αυτοκράτορα Ιωάννη, γιατί έτσι έγραφε η επιγραφή πάνω απο το κεφάλι."
Εσείς οι Έλληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε; Πως τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο. Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου..
..."ΔΕΝ ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ, ούτε και πρόκειται να αλωθή...
Καθώς γράφουμε, ξεπηδά από τα βάθη της μνήμης μας μια ιστορία, που αν δεν είναι αληθινή, τουλάχιστον θα μπορούσε να αποθανατιστή σαν θρύλος.
Μας την αφηγήθηκε, πριν μερικά χρόνια, προσωπικότητα αξιόλογη (τηρούμε την ανωνυμία της) και πάντως ούτε ευφάνταστη, ούτε παραμυθολόγα.
Πριν μερικά χρόνια λοιπόν, λιγότερα από μια δεκαετία, υπηρετούσαν, απ΄τη μια κι΄απο την αλλη πλευρά του Εβρου, στα σύνορα, που διαιρούν την Θράκη μας στα δύο, αντίστοιχα, Έλλην και Τούρκος στρατηγός.
Οι δυο άνδρες είχαν συνδεθεί με στενή μεταξύ τους φιλία. Πολύ περισσότερο που ο Τούρκος στρατηγός, είχε σύζυγο Ελληνίδα.
Όταν έφθασε ο καιρός να μετατεθούν για άλλη υπηρεσία, προσκάλεσε ο Τούρκος τον Έλληνα συνάδελφό του.
"Τόσον καιρό", του είπε, "περάσαμε ανέφελα μαζί. Οι διαφορές που έχουν οι δυό χώρες μας, μεταξύ τους, δεν επηρέασαν τη φιλία μας. Αλλά κι΄εμείς οι Τούρκοι θεωρούμε τη φιλία ιερή. Θα ήθελα αύριο το βράδυ να σου το αποδείξω."
Την επομένη, στις 10 ακριβώς, ο Έλλην επιβιβαζόταν στο ιδιωτικό αυτοκίνητο του Τούρκου. Νύχτα αφέγγαρη ήταν.
Ερημικοί οι δρόμοι. Ανοιχτή κι η λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας προς την Πόλη.
Κοντά μεσάνυχτα πρέπει να πλησίασαν στις παρυφές της. Ύπνος βαθύς είχε καθηλώσει στα κρεβάτια τους κατοίκους της. Ησυχία στους δρόμους.
Γρήγορος, ο οδηγός Τούρκος, μπήκε βγήκε απο στενά, απο περιπλεγμένα σαν κουβαρι καλντερίμια.
Νύχτα αφέγγαρη. Έσβησε τη μηχανή, σταμάτησε μπροστά σε καγκελόπορτα με γραφές στα Ελληνικά.
Ο γοργός ρυθμός, η αγωνία, η περιέργεια, δεν άφηναν στον Έλληνα περιθώρια να ψάξει, ούτε καν να προβληματισθεί.
Ακολουθούσε τον Τουρκο πειθήνια, σαν αυτόματο, χωρίς φόβο, με περίσσια εμπιστοσύνη. Ούτε καν που του πέρασε απ' το μυαλό, πως μπορούσαν να΄ναι και κακές οι προθέσεις του.
Στάθηκαν μπροστά σε διπλομανταλωμένη σιδερένια στενή θύρα. Έβγαλε κλειδί απ' την τσέπη του ο Τούρκος. Ξεκλείδωσε. Ανοιξε. Υπόγειο ήταν. Μούχλα ανέδιναν οι τοίχοι. Μούχλα και κλεισούρα. Λησμονιά, καταχωνιασμένη στα έγκατα της γής. Περπάτησαν κι οι δυό, σε διαδρόμους, χωρίς να σκοντάφτουν. Τους βάραινε η σιωπή, η αναμονή. Που πήγαιναν, έτσι στα τυφλά ; Που κατευθύνονταν; Ανάστροφα στον χρόνο; Σε ποιον χρόνο ; Τον ανθρώπινο ή τον Θεϊκό ;
Ο Τούρκος ήξερε. Αλλά δεν ήξερε ακόμη ο Ελληνας. Δεν μπορούσε να δικαολογήσει την περιπλάνηση.
Μα ούτε και πρόφταινε να προβληματιστεί. Ακολουθούσε. Με την βεβαιότητα, πως η στιγμή ήταν μοναδική. Πως δεν θα' χε την ευκαιρία, ποτέ ξανά, να την ξαναζήσει. Ακολουθούσε. Ονειρευόταν άραγε ; Υπνοβατούσε ;
Φτερωμένη η φαντασία του, ανάπλαθε μονοπάτια, που μόνο σε ελαφρύ ύπνο βαδίζει κανείς.
Ένα ήταν σίγουρο: δεν θα ξανάβρισκε ποτέ τον δρόμο. Δεν θα τον ξανάβρισκε χωρίς οδηγό.
Είχαν φθάσει στο τέρμα.
Θύρα και πάλι αρματωμένη μπροστά τους. Βαριά σιωπή. Η σιγή της ύστατης ώρας.
Που ήρθε να διακόψει μόνο το τρίξιμο της κλειδαριάς. Το γκρίνιασμα του σκουριασμένου σίδερου. Μισάνοιξε η βαριά θύρα.
Ισχνό φώς στο εσωτερικό. Υπερκόσμιο. Μυστηριακό. Υπόγειο ; Μπουντρούμι ; Κενοτάφιο ;
Και τότε, τότε μόνον μίλησε ο Τούρκος : "Εσείς οι Ελληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά ; Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε ; Πως τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης ; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο ; Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ; Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Ειναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου."
Στο πάτωμα, μισοανασηκωμένο στον ενα αγκώνα ο Ελληνας είδε, είδε με τα μάτια του, τον ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ.
Ρίγος μεταφυσικό τον διαπέρασε. Θόλωσαν απ' τα δάκρυα τα μάτια του. Θαμπώθηκε η όρασή του.
Έκανε το σταυρό του. Μπροστά του, εκεί, σε απόσταση ανάσας, το ΘΑΥΜΑ.
Κι ήταν αυτός, ο τυχερός, που είχε αξιωθεί να το ζήσει με τις αισθήσεις του. Σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Πηχτή η σιωπή, σχεδόν, κοβόταν με το μαχαίρι.
Μίλησε και πάλι ο Τούρκος :
"Πρίν μερικά χρόνια κείτοταν στο έδαφος ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τον τελευταίο καιρό άρχισε σιγά-σιγά ν' ανασηκώνεται. Πάμε."
Ξανάκλεισαν τη θύρα. Την ξανακλείδωσαν. Αντίστροφα βγήκαν μέχρι την αυλή απ' τα υπόγεια.
Ξαναπέρασαν την καγκελλένια πόρτα.
Δεν άφησαν πίσω ίχνη απ' τις πατημασιές τους. Κανείς δεν τους είχε δεί. Μπήκαν στο αυτοκίνητο, πήραν το δρόμο του γυρισμού.
Σιωπηλοί. Χωρίς να ανταλλάξουν κουβέντα.
Δεν είχε ακόμη ξημερώσει όταν έφτασαν στον Εβρο. Προτού αποχωρισθούν, φιλήθηκαν σταυρωτά. Το ποτάμι κυλούσε ορμητικά προς το Αιγαίο.
"Γυρίζει πίσω το ποτάμι", μονολόγησε ο Έλλην στρατηγός. "Γυρίζει όταν το θελήσει ο Θεός".
Υπηρέτησε αργότερα στο Κέντρο.
Προτού αποστρατευθεί θεώρησε υποχρέωσή του ν' αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό στην προσωπικότητα που μας το εμπιστεύθηκε, κατονομάζοντας και τον στρατηγό, κάτω απο το βλέμμα του Θεού και της Παναγίας. Κάναμε και μεις τον σταυρό μας μουρμουρίζοντας "Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΑΛΩ".
ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΗ
* Η Λαϊκή παράδοση λεει για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, στην πραγματικότητα κανείς Αγιος και κανείς προφήτης δεν μιλάει για Κωνσταντίνο, όλοι οι προφήτες μιλούν για Ιωάννη.
* Ο Ελληνας στρατηγός πέθανε τον Φεβρουάριο του 2001 πλήρης ημερών. Εμείς μετά απο επισταμένη έρευνα, αναζητήσαμε και βρήκαμε την αδελφή του στρατηγού και μας επιβεβαίωσε ότι η μοναδική ευκαιρία που είχε ο αδελφός της ήταν πραγματικότητα, είδε με τα μάτια του τον Αυτοκράτορα Ιωάννη, γιατί έτσι έγραφε η επιγραφή πάνω απο το κεφάλι."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου