ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ !

14 Δεκεμβρίου 2016

“Το Χριστόψωμο”..-του Α. Παπαδιαμάντη !

“Το Χριστόψωμο” του Α. Παπαδιαμάντη πρωτοδημοσιεύτηκε στην “Εφημερίδα” το 1887 και έμεινε ξεχασμένο μέχρι τα Χριστούγεννα του 1941, οπότε ο Γιώργος Βαλέτας το συμπεριέλαβε στο τιμητικό για τον Παπαδιαμάντη τεύχος της Νέας Εστίας.
“Το Χριστόψωμο”
Ο Καπετάν Καντάκης ήταν εφτά χρόνια παντρεμένος με την Διαλεχτή, αλλά δυστυχώς παιδιά δεν είχαν κάνει. Εκείνα τα χρόνια βέβαια σ’ αυτές τις περιπτώσεις φταίχτρα ήταν πάντα η γυναίκα. Και ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης, άλλωστε, το παραδέχεται γράφοντας, με όλη του την καλοσύνη, για τη Διαλεχτή ”εις τι έπταιεν αν ήτο στείρα και άτεκνος;” “Δις μετέβη εις τα λουτρά της Αιδηψού, πεντάκις της έδωκαν να πίη διάφορα τελεσιουργά βότανα, εις μάτην, η γη έμενεν άγονος”. Λέξη για το σπορέα, καμιά αμφιβολία για την ποιότητα του σπόρου. Μόνη υπεύθυνη η Διαλεχτή. Και από γύφτισσες πήρε διάφορα θαυματουργά, και από καλόγερο “ηγιασμένον κομβολόγιον”. 
Μάταια κάθε προσπάθεια. Κάποια στιγμή η Διαλεχτή το πήρε απόφαση, όχι όμως και η πεθερά της, η γρια-Καντάκαινα. Ο γιος της ήταν το μόνο της παιδί και αν δε γεννούσε η Διαλεχτή θα χανόταν η γενιά. “Περίεργον δε, ότι πας Έλλην της εποχής μας ιεωράτατον θεωρεί χρέος και υπερτάτην ανάγκην την διαιώνισην του γένους του”. Κάθε φορά που γυρνούσε ο καπετάν Καντάκης από ταξίδι με τη βρατσέρα του -και ήταν τολμηρός θαλασσοπόρος- η μητέρα του “ήρχετο εις προϋπάντησιν αυτού, τον ωδήγει εις τον οικίσκον της, τον εδιάβαζεν, τον εκατήχει, του έβαζε μαναφούκια, και ούτω τον προέπεμπε παρά τη γυναικί αυτού. Και δεν έλεγε μόνα τα ελαττώματά της, αλλά τα αυγάτιζε. Δεν ήτο μόνο μαρμάρα, τουτέστι στείρα, η νύμφη της, τούτο δεν ήρκει, αλλ’ ήτο άπαστρη, απασσάλωτη, ξετσίπωτη κτλ.”.
 Το “απασσάλωτη” δεν το καταλαβαίνω αλλά το “άπαστρη”, είναι σίγουρα βαριά κουβέντα για μια νοικοκυρά της εποχής. Και ο καπετάν Καντάκης ξαναμμένος από τα λόγια της μάνας του περνούσε από το καφενείο, “έπινεν επτά ή οκτώ ρώμια, και με τριπλήν σκοτοδίνην, της εκ της θαλάσσης, την εκ της γυναικείας διαβολής και την εκ των ποτών, εισήρχετο οίκαδε και βάρβαροι σκηναί συνέβαινον τότε μεταξύ αυτού και της συζύγου του”…
Έτσι είχαν τα πράγματα μέχρι την παραμονή των Χριστουγέννων του 1867. Ο καπετάν Καντάκης έλειπε εδώ και πέντε μέρες. Είχε πλεύσει με την βρατσέραν του εις την απέναντι νήσον με φορτίον αμνών και ερίφων”. Είχε την ελπίδα πως θα κάνει Χριστούγεννα σπίτι του αλλά ένας έντονος βοριάς που ξέσπασε στο μεταξύ κρατούσε όλα τα πλοία στους όρμους. Κανείς δεν τον περίμενε να επιστρέψει. Έλα όμως που ο καπετάν Καντάκης ήταν -όπως είπαμε- ιδιαίτερα τολμηρός. Το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων ο άνεμος κόπασε, για λίγο, κι ο καπετάν Καντάκης αποφάσισε να σαλπάρει. Η σύζυγός του όμως δεν τον περίμενε. Ούτε και η μητέρα του που έφτασε το απόγευμα στο σπίτι της νύφης της κρατώντας ένα χριστόψωμο.
“Το ζύμωσα μοναχή μου” της είπε. “Με γεια να το φας”.

“Θα το φυλάξω για τα Φώτα” απάντησε η Διαλεχτή.
“Όχι, όχι” επέμεινε η γριά. “Το δικό της φυλάει η κάθε μια νοικοκυρά για τα Φώτα, το πεσκέσι τρώγεται”.
Η Διαλεχτή “ήτο αγαθωτάτης ψυχής νέα, ουδέποτε ηδύνατο να φαντασθή ή να υποπτεύση κακόν τι”. Άφησε το χριστόψωμο δίπλα στο τζάκι κι έπεσε νωρίς να κοιμηθεί για να ξυπνήσει τα μεσάνυχτα να πάει στην εκκλησία. “Περί το μεσονύκτιον εσήμαναν παρατεταμένως οι κώδωνες. Η Διαλεχτή ηγέρθη, ενεδύθη και απήλθεν εις την εκκλησίαν”. Σε μισή ώρα έμαθε από μια γειτόνισσα πως επέστρεψε ο άντρας της. Έτρεξε στο σπίτι και βρήκε τον καπετάν Καντάκη.
“Είμαι μισοπνιγμένος” της είπε αυτός, “αλλά δεν είναι τίποτε. Αντί να το ρίξωμε έξω, το καθίσαμε στα ρηχά”… “Η βρατσέρα είναι σίγουρη, με δυο άγκουρες, αραγμένη και καθισμένη”.
Η Διαλεχτή δεν είχε ετοιμάσει φαγητό, έτσι έριξε μια μπριζόλα στη φωτιά, κι έφυγε πίσω στην εκκλησία. “Ο Καντάκης, όστις επείνα τρομερά, ήρχισε να καταβροχθίζη την πριζόλαν. Καθήμενος οκλαδόν παρά την εστίαν, εβαρύνετο να σηκωθή και ν’ ανοίξη το ερμάρι διά να λάβη άρτον, αλλ’ αριστερόθεν αυτού υπεράνω της εστίας επί μικρού σανιδώματος ευρίσκετο το χριστόψωμον εκείνο, το δώρον της μητρός του προς την νύμφην αυτής. Το έφθασε και το έφαγε ολόκληρον σχεδόν μετά του οπτού κρέατος…”
“Περί την αυγήν, η Διαλεχτή επέστρεψεν εκ του ναού, αλλ’ εύρε την πενθεράν της περιβάλλουσαν διά της ωλένης το μέτωπον του υιού αυτής και γοερώς θρηνούσαν”. “Ο Καντάκης έφαγε το φαρμακωμένο χριστόψωμο, το οποίον η γραία στρίγγλα είχε παρασκευάσει διά την νύμφη της”.
“Ιατροί επιστήμονες δεν υπήρχον εν τη μικρά νήσω. Ουδεμία νεκροψία ενεργήθη. Ενομίσθη ότι ο θάνατος προήλθεν εκ παγώματος συνεπεία του ναυαγίου. Μόνη η γραία Καντάκαινα ήξευρε το αίτιον του θανάτου. Σημειωτέον ότι η γραία, συναισθανθείσα και αυτή το έγκλημά της, δεν εμέμφθη την νύμφη της. Αλλά τουναντίον την υπερήσπισε κατά της κακολογίας άλλων”.

1 σχόλιο:

Βασιλική είπε...

Η ψυχογραφική πένα του Παπαδιαμάντη συναρπάζει και συγκινεί...σκέτος πλούτος!
καλή συνέχεια σε όλα! τα λέμε!