
Η σκηνή εις ένα παλαιϊκό δωμάτιο ψηλοτάβανο και με έπιπλα βαρειά, όπως τα ενθυμούμεθα όλοι από την εποχή του παππού μας. Η λάμπα, που κρέμεται στη μέση, φωτίζει ένα στρογγυλό τραπέζι, με κατάλευκο τραπεζομάνδηλο και με ολα τα σύνεργα έτοιμα για την ετοιμασία ενός Πρωτοχρονιάτικου "μπώλ" απο σαμπάνια, μεταλικό νερό, λίγο ρούμι, ψιλοκομμένα φρούτα κλπ.
Στην σκιά του πράσινου αμπαζούρ, κάθονται δύο ηλικιωμένοι κύριοι, ό,τι απέμεινε από τον παλαιό καιρό, κυττάζοντας με τα θολά τους μάτια, προς τη φωτιά που καίει στο τζάκι χωρίς να ομιλούν...Ο πρώτος, ο οικοδεσπότης, είναι προφανώς, παλαιός στρατιωτικός. Αυτό δείχνει το εφαρμοστό σακκάκι, το αρειμάνιον άσπρο μουστάκι και το αυστηρό ύφος, καθώς κάθεται στο καροτσάκι του αναπήρου, που το χρησιμοποιεί για να μετακινείται εντός του σπιτιού.
Ο άλλος, ξαπλωμένος αναπαυτικά σ' ενα καναπεδάκι δίπλα του, είναι ψηλός και αδύνατος, με πρόσωπο διανοουμένου, πλαισιούμενον απο κάτασπρα μαλλιά...
Επι αρκετήν ώρα, οι δύο γηραλέοι φίλοι έμειναν έτσι, χωρίς να ομιλούν, απορροφημένοι απο τις σκέψεις τους-όταν εξαφνα, το ρολόϊ του τοίχου εκτύπησε ένδεκα:
-Τέτοιαν ώρα, άρχιζες συνήθως, να ετοιμάζης το "μπώλ", είπεν ο κύριος, με τη φυσιογνωμία του διανοουμένου και η φωνή του εκόμπιασε λιγάκι...
-Ναί....Αυτή είναι η ώρα ..", συνεφώνησεν ο άλλος, με την σκληρή και τραχεία φωνή του, στην οποίαν αντηχούσαν ακόμη τα παλιά στρατιωτικά παραγγέλματα.
-Ποτέ δεν θα το επίστευα-συνέχισεν ο επισκέπτης-ότι θα ήταν τόσο μελαγχολικά, χωρίς...αυτήν. Ο οικοδεσπότης εκούνησε το κεφάλι του συμφωνών.
-Μας εσέρβιρε 44 φορές το μπώλ της Πρωτοχρονιάς..", εξηκολούθησεν ο άλλος.
-Ναι...", είπε σκεπτικός ο παλιός αξιωματικός. "Ηταν πάντοτε μαζί μας, αφ' ότου εγκαταστάθηκα στο Βερολίνον κι ερχόσουν να μας δής, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
-Πέρυσι ακόμη, τέτοιαν ώρα-συνέχισεν ο ξένος-είμαστε ακόμη μαζί...Τι ωραία που ήταν !... Εκείνη, καθόταν στην πολυθρόνα της, πλέκοντας βιαστικά τις κάλτσες, για το μεγαλύτερο παιδί του Παύλου. Έπρεπε να είναι τελειωμένες τα μεσάνυκτα, μας έλεγε, και πραγματικώς τις ετελείωσε. Κι έπειτα, ήπιαμε το ποτό μας και αρχίσαμε τη φιλοσοφική συζήτηση, περί ζωής και θανάτου...Που να φανταστούμε, ότι, μετά απο δύο μήνες , θα έφευγε για πάντα....
-Ναι...ήταν πολύ καλή γυναίκα!..." είπεν ο σύζυγος τής ...απούσης...
"Με εφρόντιζε πάρα πολύ. Όταν έφευγα για υπηρεσία, στις 5 το πρωί, εξυπνούσε πάντοτε νωρίτερα από μένα κι επέμενε να μου ετοιμάση τον καφέ μου, πρίν φύγω... Βέβαια, είχε και τις αδυναμίες της, όπως κάθε ανθρωπος...Λόγου χάριν, όταν άρχιζε να φιλοσοφή μαζί σου, είσαστε για τα πανηγύρια...
-Αμ' δεν την εκατάλαβες ποτέ σου !..." εμουρμούρισεν ο καλεσμένος.
Και εκύτταξε, με το κουρασμένο βλέμμα του, τον παλιόν του φίλον, ενώ το μελαγχολικό του χαμόγελο εφαίνετο να κρύβη κάποιαν ένοχον σκέψιν. Πραγματικώς δε, αφού εσώπασαν λιγάκι, ξανάρχισεν μ' ενα είδος θαρραλέας αποφασιστικότητος:
-Ακου να σου πώ, Φράντς ! Πρέπει να σου αποκαλύψω κάτι, που με τρώει, μήνες τώρα, σαν το σαράκι. Δεν θέλω να το πάρω μαζί μου στον τάφο.
-Εμπρός, λοιπόν !...Λέγε !...", είπεν ο Φράντς, ανοίγοντας την ταμπακιέρα του.
-Κάποτε...συνέβη κάτι, μεταξύ εμού και της...γυναίκας σου !...
-Μην κάνεις αστεία κύριε καθηγητά!...", είπεν απότομα ο απόστρατος.
-Σου μιλάω σοβαρά Φράντς ! Είναι σαράντα χρόνια, που το κρατάω μυστικό...κι ήρθε η ώρα να βγάλω το βάρος απο πάνω μου!...
-Θέλεις να πής ότι η γυνάικα μου με απάτησε;...", εφώναξεν έξαλλος ο παλιός αξιωματικός.
-Ντροπή σου Φράντς !...", απάντησε ο φιλόσοφος. Ο Φράντς κάτι εμουρμούρισεν δυσανασχετών και έπειτα άναψε τσιγάρο...
-Οχι ! Ήταν πραγματικός άγγελος...", εξηκολούθησεν ο φιλόσοφος. "Εγώ και εσύ, μόνον, είμαστε οι ένοχοι. Ακουσέ με:
Αυτά που σου λέω συνέβησαν πρό 43 ετών. Εσύ είχες μετατεθεί στο Βερολίνον, ως λοχαγός κι εγώ εδίδασκα στο Πανεπιστήμιο...Θα θυμάσαι βέβαια τι φοβερός γλετζές που ήσουν τότε...
-Χμ...", είπεν ο Φράντς, στρίβοντας με τρέμοντα δάκτυλα το μουστάκι του.
-Θυμάσαι κι εκείνη την ωραία ηθοποιό, με τα μεγάλα μαύρα μάτια, που έπαιζε στην Οπερέττα;
-Την θυμάμαι, λέει;...Μπιάνκα την έλεγαν ! ...Κουφετάκι φίλε μου !...
Και ένα αναιμικό χαμόγελο εφάνηκε φευγαλέο, στο ρυτιδωμένο πρόσωπο του παλιού γλετζέ...
-Εσύ απατούσες την γυναίκα σου- εξηκολούθησεν ο άλλος-και εκείνη το υποψιαζόταν. Ποτέ, όμως, δεν παρεπονέθη και υπέφερε, χωρίς να λέει τίποτε σε κανέναν !..Εσύ μπορεί να μη το παρετήρησες, εγώ όμως το αντελήφθην. Ήταν η πρώτη γυναίκα που εγνώριζα, μετά το θάνατο της μητέρας μου και την εκύτταζα σαν άστρο φωτεινό...Στο τέλος, επήρα το θάρρος να την ρωτήσω τι είχε, αλλά εκείνη απλώς εχαμογέλασε και μου είπε ότι δεν αισθανόταν ακόμη εντελώς καλά. Καθώς θυμάσαι, είχε γεννηθεί λίγες βδομάδες πρίν ο Παύλος... Κι έπειτα έφτασε η παραμονή της Πρωτοχρονιάς, ακριβώς σαν σήμερα το βράδυ.
Είχα έρθει, στο σπίτι σας κατά τας οκτώ, όπως εσυνήθιζα. Εκείνη εκαθόταν κι εκεντούσε κι εγώ της εδιάβαζα καθώς σε περιμέναμε...Οι ώρες όμως επερνούσαν κι εσύ δεν ερχόσουν. Έβλεπα την ανησυχία που την εκυρίευε σιγά-σιγά. Έβλεπα τα δάκτυλά της να τρέμουν και...άρχισα κι εγώ να τρέμω μαζί της. ήξερα που επερνούσες τα βράδυα σου κι εφοβήθηκα, πως θα ξεχνούσες και την νύχτα της Πρωτοχρονιάς, στη αγκαλιά της θεατρίνας εκείνης. Καθώς εκτύπησε ένδεκα, είδα τη γυναίκα σου να σταματά το κέντημα κι ένα δάκρυ να κυλάη στο πρόσωπό της. Επετάχτηκα όρθιος και είπα, ότι κάτι εξέχασα και πρέπει να λείψω για λίγα λεπτά...Ήθελα να σε πάρω δια της βίας από το σπίτι της φιλενάδας σου. Αλλά την ίδια στιγμή, η γυναίκα σου τινάχτηκε από το καναπεδάκι αυτό, που κάθομαι τώρα.
-Πού πάς ; μου ειπε ταραγμένη...
-Πάω να φέρω τον Φράντς !
-Για όνομα του Θεού !... εφώναξε. Κάθησε εδώ ! Μείνε τουλάχιστον εσύ μαζί μου ! Μη με αφήνεις μόνη!...
Κι έβαλε τα δυό της χέρια στους ώμους μου κι ακούμπησε το δακρυσμένο πρόσωπό της στο στήθος μου...Ολο μου το είναι συνεκλονίσθη...Ποτέ δεν είχα αισθανθεί τόσο κοντά μια γυναίκα στην καρδιά μου ! Αλλά εκρατήθηκα και της εμίλησα παρηγορητικά, ως που ανέκτησε την ψυχραιμία της...
Σε λίγο, εγύρισες ευτυχώς και σύ, αλλά δεν αντελήφθης την ταραχή μου. Τα μάγουλά σου ήταν ακόμη κατακόκκινα, από το γλέντι της βραδυάς....Όμως εμένα εκείνη η παραμονή Πρωτοχρονιάς με αναστάτωσε, ψυχικώς επι χρόνια. Απο την στιγμή, που αισθάνθηκα τα βελουδένια μπράτσα της γύρω απο το λαιμό μου και εμύρισα βαθειά το άρωμα των μαλλιών της, το φωτεινό άστρο, που ελάτρευα με θρησκευτική ευλάβεια, έπεσε από τον ουρανό της ψυχής μου και αντί του άστρου ήταν τώρα η γυναίκα, μια γυναίκα που ενέπνεε έρωτα...Αλλά η συνείδησίς μου, ως φίλου και τιμίου ανθρώπου, επανεστάτησε. Ενδομύχως κατηγορούσα τον εαυτό μου, ως παλιάνθρωπον, ως απατεώνα και για να εξιλεωθώ εν μέρει, εβάλθηκα να σε χωρίσω, τουλάχιστον, απο την ερωμένην σου. Ευτυχώς, είχα μερικά χρήματα, από την κληρονομίαν του θείου μου. Της τα πρόσφερα και εκείνη....
-Ω, Διάβολε !...." τον διέκοψεν ο παλαιός στρατιωτικός. "Ώστε στα χρήματά σου οφείλεται το συγκινητικό εκείνο γραμματάκι, που μου έγραψεν η Μπιάνκα, λέγοντας ότι με ...ραγισμένη καρδιά με αποχωρίζεται ;...
-Μάλιστα ! Εγώ την επλήρωσα...Αλλ' αν ήλπιζα να ανακτήσω, έτσι, την ψυχικήν μου ηρεμίαν, εγελάσθηκα...Το αισθημά μου δεν με άφηνεν να ησυχάσω. Ερρίχτηκα με τα μούτρα στην συγγραφή του μεγάλου έργου μου περί της "Αθανασίας της ιδέας", αλλά εις μάτην... Και, έτσι, επέρασαν δώδεκα μαρτυρικοί μήνες και ήρθε, πάλιν, η παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Αυτή την φορά, ήσουν στο σπίτι, αλλά τον είχες πάρει για μιάν ωρίτσα, στο ντιβάνι του διπλανού δωματίου, εν αναμονή της ώρας του "μπώλ". Εγώ, όμως, καθόμουν πάλι δίπλα της κι ενώ εκύτταζα το αγγελικό της πρόσωπο, αισθάνθηκα τον πειρασμό να με ξανακυριεύη. Αχ, να ένοιωθα, άλλη μια φορά, το κεφάλι της στο στήθος μου, να φιλήσω τα ξανθά της μαλλιά και... - ό,τι γίνει ας γίνει !... Για μια στιγμή τα βλέμματά μας συναντήθηκαν. Ήταν αδύνατον πλέον, να κρατηθώ: Έπεσα στα πόδια της κι εβύθισα το φλογισμένο μέτωπό μου στα γόνατά της... Εμεινα, έτσι, ακίνητος επί μερικά δευτερόλεπτα, ως που ένοιωσα το χέρι της στο κεφάλι μου και την άκουσα να μου λέη στοργικά:
-Πρέπει να φερθής καλά !...Ναι, έπρεπε να φερθώ καλά !...Δεν έπρεπε να απατήσω τον φίλον μου, που εκοιμώταν μέσα, με τόσην εμπιστοσύνην. Ανατινάχτηκα όρθιος και καταστεναχωρημένος. Εκείνη επήρε ενα βιβλίο απο το τραπέζι και μου το έτεινε, χαμογελώντας...Εκατάλαβα και άρχισα να της διαβάζω δυνατά. Στην αρχή, τα γράμματα εχόρευαν μπροστά στα μάτια μου. Σιγά-σιγά, όμως, η τρικυμία της ψυχής μου εκόπασε και όταν εκτύπησε δώδεκα και εμπήκες νυσταλέος στο δωμάτιο, να μας ευχηθής χρόνια πολλά, είχα πια την εντύπωσιν, ότι η στιγμή εκείνη της αμαρτίας εχάθηκε, δια παντός, στα βάθη του παρελθόντος...
Και πραγματικώς, από τότε ησύχασα. Εγνώριζα, ότι εκείνη δεν ανταπεκρίνετο στον ερωτά μου και ότι, απλώς με έβλεπε με κάποιαν συμπάθειαν, αν όχι και οίκτον...
Τα χρόνια επέρασαν. Τα παιδιά σας εμεγάλωσαν κι επαντρεύτηκαν. Οι τρείς μας εγεράσαμε. Εγώ δεν έπαυσα να την αγαπώ- αυτό θα ήταν αδύνατον. Αλλ' η αγάπη μου επήρε άλλη μορφή και μετεβλήθη σε μία στενή πνευματική επικοινωνία. Εσύ, βέβαια εγελούσες όταν μας άκουγες να φιλοσοφούμε, αλλά αυτό δεν μας επείραζε καθόλου...
Τώρα, όμως, εκείνη επέθανε... Ισως, έως την αλλη Πρωτοχρονιά, να την έχωμε και εμείς ακολουθήσει. Για αυτό, ήταν ανάγκη να ελαφρώσω την συνείδησή μου, από το μυστικό μου και να σου πώ:
"Φράντς, λίγο έλειψε να σε αδικήσω κάποτε ! Συγχώρησέ με!...."
Έτεινε το χέρι στο φίλο του αλλά ο Φράντς απήντησε κοφτά:
-Ωχ, αδερφέ, τι να σου συγχωρήσω;...Αυτή η εξομολόγησή σου έχει μπαγιατέψει προ πολλού !
Όσα μου είπες τα ξέρω, ανέκαθεν. Η ίδια μου τα είπε ολα, εδώ και σαράντα χρόνια !...
Και τώρα , θα σου πώ κι εγώ, γιατί εκυνηγούσα τις γυναίκες ως ότου εγέρασα:
Διότι, την ώρα που μου αφηγήθει τα όσα συνέβησαν, εκείνη την παραμονή Πρωτοχρονιάς, μου είπεν επίσης, ότι ήσουν ο μόνος ανδρας τον οποίον αγάπησε ποτέ της !..
Ο φίλος του τον εκύτταξε βωβός, μ' ορθάνοιχτο το στόμα...
Εκείνην την στιγμήν, το ρολόϊ του τοίχου αρχισε να χτυπάη δώδεκα...
Απο το προσωπικό μου αρχείο.
Προσπάθησα να διατηρήσω την ορθογραφία του μεταφραστού...
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά !
Ι.Β.Ν.
1 σχόλιο:
Μερικές φορές δεν είναι γραφτό να είμαστε με το άλλο μας μισό αλλά ο θεός μπορεί να μας τους στείλει με άλλη μορφή αν όχι του έρωτα....Στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ένας φίλος στοργικός,πιστός.Αναρωτιέμαι αν πρόλαβαν να της πουν ευχαριστώ...
Δημοσίευση σχολίου