ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ !

6 Σεπτεμβρίου 2008

Το τραινο των 8.13- Ρογηρου Ρεζι



Ο κ. Μαρτέν εκύτταξε το ρολόι του κι΄εφώναξε: -Μπά ! Ειναι κιόλας 8 και 5. Μόλις προφθαίνω να πεταχθώ στο σταθμό. Η κ.Μαρτέν τον παρώτρυνε: -Ελα, λοιπόν, πήγαινε ! Θα σε διασκεδάση...Κι΄εγώ θα περιμένω να μου τα πής αργότερα...
Κάθε βράδυ είχαν την ίδια διασκέδαση. Απο το Παρίσι , όπου απέκτησαν, με τις οικονομίες τους, μια μικρή περιουσία, αλλ΄όπου καμμιά φιλία η συγγένεια δεν τους εκρατούσε, ειχαν μετακομίσει στην επαρχία, όπου επερνούσαν τα ήρεμα γηρατειά τους. Η κ. Μαρτέν έπλεκε, απ΄το πρωί ως το βράδυ και ο σύζυγός της υπεδέχετο, κάθε βράδυ, το τραίνο των 8. 13 !
Τι περίεργα πάθη, που κρύβει η ψυχή των ανθρώπων ! Ο κ. Μαρτέν ήταν κυριευμένος απο το ιδικό του. Ολες του οι σκέψεις, όλες του οι ελπίδες συνεκεντρούντο, σ΄ένα και μόνον θέμα, το τραίνο του Παρισιού !... Του έφερνε, στη μονοτονία της επαρχιακής ζωής, το άγνωστο, το φανταστικό, την κίνηση, τον θόρυβο, την ποικιλία...Ο κ. Μαρτέν επρόσεχε τους επιβάτες που κατέβαιναν, τους εμετρούσε, τους παρακολουθούσε και διεσκέδαζε. Η περιέργεια, το ενδιαφέρον, χίλια κρυφά αισθήματα εθέρμαιναν το αίμα του κι΄οταν, κατόπιν, εξεκινούσε το τραίνο, ο κ. Μαρτέν επερίμενε στο σταθμό, μέχρις ότου και τα τελευταία κόκκινα φωτάκια εχάνοντο στο βάθος της νυκτός....
Επειτα, εγύριζε στο σπίτι. Η γυναίκα του τον επερίμενε ανυπόμονα κι΄αυτός άρχιζε την αναφορά του, ενώ εκείνη εσυνέχιζε το πλέξιμο : -Ο Δήμαρχος επέστρεψε με το γυιό του, αλλά μου φάνηκε πολύ κουρασμένος...-Η κ.Σαρβέλ, πρέπει να έκανε σπουδαία ψώνια στο Παρίσι. Εκουβάλησε μαζί της ένα σωρό πακέττα...-Σήμερα κατέβηκε κι΄ενα ζευγαράκι. Βγήκαν απ΄το σταθμό, αγκαλιασμένοι....αίσχος !

Απόψε ο φίλος μας ειχε φθάσει με το λεπτό στην ώρα του. Στίς 8.13 εστεκόταν πίσω απο τα κάγκελα του σταθμού, αλλά το τραίνο ειχε λίγη καθυστέρυση : -Διάβολε !....ειπεν ο κ. Μαρτέν. "Τι συμβαίνει ;" -Περιμένετε κανέναν; τον ρώτησε ενας γνώριμος. -Εγώ ;...Οχι !..
Ποιόν να περιμένη; Δεν ειχε συγγενείς κι ούτε απο τους φίλους του δεν έφευγε κανείς. Αλλ΄οπωσδήποτε η καθυστέρησις τον ενωχλούσε....Για να κατευνάση την ανυπομονησία του, αρχισε να πηγαινοέρχεται και να μετράη τα βήματα του. Επι τέλους, ομως, άκουσε απο μακρυά ενα παρατεταμένο σφύριγμα κι εσπευσε πάλι, στο πόστο του.
Το τραίνο κετέφθασε βαρύ, προ του σταθμού, ξεφύσησε ακόμη μιά-δυό φορές κι εσταμάτησε.... Ενας, δυό,τρείς, τέσσαρες- 4 ασήμαντοι ταξιδιώται κατέβηκαν κι επροσπέρασαν τον κ. Μαρτέν.
Εξαφνα, ομως, κατέβηκεν απο ενα κομπαρτιμέντο α΄θέσεως και μία νεαρά κυρία. Ηταν ξανθή, νόστιμη, και πολυ καλοντυμένη. Ωρμησε προς την έξοδο, εδωκε το εισητήριό της, παρετήρησε τον κ. Μαρτέν κι επροχώρησε κατ΄επάνω του: - Ω ! θείε ! Τι ωραία έκπληξις ! Στάσου να σε φιλήσω ! Και πρωτού συνέλθει ο φτωχός Μαρτέν απ΄την κατάπληξί του, τον αγκάλιασε ορμητικά και τον φίλησε στα δύο μάγουλα. Ταυτοχρόνως, ομως, του εψιθύρισε στ΄αυτί: -Με συγχωρείτε πολύ, για την συμπεριφορά μου !...Αλλά μόνον ετσι θα ξεφορτωθώ αυτόν τον απαίσιον άνθρωπο...Απο το Παρίσι μ΄ενοχλεί.....
Και με ενα πλάγιο βλέμμα του έδειξε κάποιον άλλον επιβάτην- τον έκτον, που εφευγε τώρα απογοητευμένος.

Σιγά-σιγά, αδειασε κι η έξοδος απο τον κόσμο και ο κ. Μαρτέν ευρέθηκε ολομόναχος με τη χαριτωμένη Παρισινή. Εκκοκίνησε σαν μαθητής του Γυμνασίου και η φωνή του έτρεμε : -Μαντάμ...μαντάμ... Η άγνωστη συνέχισε, μ΄ενα γλυκό μειδίαμα:-Αφού εγνωριστήκαμε, χωρίς να το θέλουμε, θα μπορούσατε ίσως, να μου κάνετε και μιάν άλλη χάριν ;
Ειμαι ξένη , κι ερχομαι για λογαριασμό του ανδρός μου, να συνεννοηθώ με τον δικηγόρο του, για κάποια υπόθεσή μας, που θα δικασθή εδώ. Ποιό ειναι το καλλίτερο ξενοδοχείο ; Θέλετε να μου δείξετε ;.. Ο κ. Μαρτέν δεν ειπε οχι. Μαγεμένος απο το ανοιχτόκαρδο και ειλικρινές ύφος της ωραίας Παρισινής, υπεκλίθη, της προσέφερε ιπποτικά το μπράτσο του και ειπε: -Κυρία μου, εκάνατε πολύ καλά ν΄απευθυνθήτε σε μένα. Θα μου επιτρέψετε να σας οδηγήσω...
Και ετσι επροχώρησαν μέσα στο βραδυνό ημίφως των δρόμων.Εκουβέντιαζαν σαν παλιοί γνώρημοι και κάπου-κάπου, το κρυστάλλινο γέλιο της νεαρής κυρίας έσχιζε τη σιωπή της μικρής πόλεως. Δεν πρόσεχαν τα κατάπληκτα βλέμματα που τους παρακολουθούσαν και τις συνομιλίες που διεκόπτοντο στα τραπεζάκια του κεντρικού καφενείου. Πρό του ξενοδοχείου, αποχαιρετίσθηκαν με μιά θερμή χειραψία και ο κ. Μαρτέν επέστρεψε στο σπίτι του με την καρδιά γεμάτη....
Στην γυναίκα του....χμ.!...στην γυναίκα του δεν ηταν δυνατόν να διηγηθή τίποτε, αυτήν την φορά.... Οχι ! Δεν παρετήρησε μεγάλα πράγματα στο τραίνο των 8.13. Ειχεν απλώς καθυστέρησι. Αυτό ηταν όλο....Αλλά την επομένην, εβούιζεν η πόλις απο την περιπέτεια του κ. Μαρτέν...Ο κ.Μαρτέν ειχε μιαν ανηψιά !...Μιάν ανηψιά ; Οχι δά !...Την ειχε υποδεχθή στο σταθμό, την ειχεν εναγκαλισθή, την επήρε απο το μπράτσο, και την ωδήγησε στο ξενοδοχείον...Ολοι το είδαν, ολοι το ήξεραν, ολοι το εσχολίαζαν.....Βεβαίως ο δυστυχής, μπορεί τώρα να θυμώνη με τον εαυτό του, οταν βλέπει τα μάτια της γυναίκας του, η οποία-εννοείται-επληροφορήθη, το σκάνδαλον απο το πρωί της επομένης. Τώρα, φυσικά, ο κ. Μαρτέν στενοχωρείται γα κάθε λέξι των φίλων του, που τον ρωτούν στη Λέσχη, για κάθε πονηρό μειδίαμα των διαβατών, που τον χαιρετούν, για κάθε αυστηρό βλέμμα των κυριών που τον κριτικάρουν. Η ωραία και απολαυστική γαλήνη της ζωής του, διεταράχθη. Και δεν του μένει, παρά μονάχα η ανάμνησις ενός νεανικού αγκαλιάσματος και δυό δροσερών φιλιών στα ρυτιδωμένα του μάγουλα.....

Δεν πηγαίνει πιά στο σταθμό ο κ. Μαρτέν, για το τραίνο των 8.13 , ούτε θα ξαναπάη ποτέ. Αλλά απο τότε που διεδόθη η περιπέτειά του, ειναι είκοσι- μάλιστα είκοσι ! - οι μεσόκοποι ψαρομάλληδες, που στέκονται, κάθε βράδυ, στην έξοδο του σταθμού και περιμένουν κανένα "τυχερό " σαν κι αυτό του κ. Μαρτέν.........

1 σχόλιο:

Νάρκισσος είπε...

Νοσταλγικό και διαφορετικό μέχρι στιγμής το ιστολόγιο, γοητευτικά αταίριαστο εντός του διαδικτύου...
Καλοτάξιδο!

Να ελπίζω και σε Παπαδιαμάντη;